Διεθνή

Το μεταναστευτικό πήρε τη θέση της οικονομίας στην προεκλογική ατζέντα της Γερμανίας

Ο κυβερνητικός συνασπισμός διαλύθηκε τον περασμένο Νοέμβριο για θέματα κυρίως οικονομίας

Τέσσερις μήνες και τρεις αιματηρές επιθέσεις από αλλοδαπούς άλλαξαν την  προεκλογική ατζέντας της αντιπαράθεσης, η οποία έχει σχεδόν περιοριστεί σε κόντρα για το μεταναστευτικό. Την ατζέντα θέτουν πιεστικά από τη μια πλευρά η ίδια η επικαιρότητα, καθώς η κοινωνία παρακολουθεί σοκαρισμένη τις επιθέσεις από αιτούντες άσυλο να εξελίσσονται σε νέα «ρουτίνα» και από την άλλη η ακροδεξιά, η οποία ασφαλώς αναγνωρίζει την «ευκαιρία» της, ενισχυμένη και από την πρόσφατη στήριξη της νέας αμερικανικής κυβέρνησης.

Θυμίζουμε πως γερμανικός κυβερνητικός συνασπισμός διαλύθηκε τον περασμένο Νοέμβριο επειδή τα τρία κόμματα που τον απάρτιζαν (SPD, Πράσινοι, FDP) διαφωνούσαν σχετικά με το «πού θα βρεθούν τα λεφτά» για τη χρηματοδότηση της περαιτέρω στρατιωτικής βοήθειας προς την Ουκρανία. Το SPD και οι Πράσινοι έβλεπαν ως μονόδρομο την άρση του «φρένου χρέους», αλλά οι Φιλελεύθεροι (FDP) έθεταν ως «κόκκινη γραμμή» τη διατήρησή του. Η οικονομία φαινόταν ότι θα έμπαινε στο επίκεντρο της προεκλογικής αντιπαράθεσης. Άλλωστε το άλλο μεγάλο θέμα, η μετανάστευση, θεωρείτο ακόμη προνομιακό πεδίο για την ακροδεξιά Εναλλακτική για την Γερμανία (AfD) και δευτερευόντως για την Συμμαχία Ζάρα Βάγκενκνεχτ (BSW).

Αλλά τα πράγματα άλλαξαν.

Ο υποψήφιος της Χριστιανικής Ένωσης (CDU/CSU) Φρίντριχ Μερτς θα προτιμούσε βεβαίως να κυριαρχήσει η οικονομία. Πολλά χρόνια στην ελεύθερη αγορά ενσαρκώνει το μοντέλο του συντηρητικού Γερμανού τεχνοκράτη που έχει τη συνταγή της επιστροφής στην ανάπτυξη και τις απαντήσεις για την δημοσιονομική εξυγίανση. Επιπλέον, η απερχόμενη κυβέρνηση προσφέρει στους αντιπάλους της αρκετούς λόγους για κριτική, καθώς σε βασικά θέματα δεν κατάφερε να συνεννοηθεί.

Μετά το Ασάφενμπουργκ, όπου ένας Αφγανός επιτέθηκε με μαχαίρι εναντίον παιδιών βρεφονηπιακού σταθμού και σκότωσε ένα αγόρι 2 ετών και έναν 41χρονο άνδρα ο οποίος επιχείρησε να τον σταματήσει, ο Φρίντριχ Μερτς μέσα σε μια νύχτα βρέθηκε ξαφνικά να κυνηγά κι εκείνος το κύμα της μετανάστευσης: κατέθεσε δύο ψηφίσματα και ένα σχέδιο νόμου με ιδιαίτερα περιοριστικές πολιτικές – κάποιες ακόμη και αμφιλεγόμενες ως προς την συνταγματικότητά τους – και ζήτησε να το ψηφίσει «όποιος θέλει, ακόμη και η AfD», σπάζοντας έτσι ένα ταμπού δεκαετιών, το λεγόμενο «τείχος πυρός» μεταξύ των δημοκρατικών κομμάτων και της ακροδεξιάς. Το ένα ψήφισμα πέρασε τελικά με τις ψήφους της AfD, η οποία δεν έχασε ασφαλώς την ευκαιρία να …νομοθετήσει για πρώτη φορά.

Την επόμενη Κυριακή θα γνωρίζουμε εάν η υψηλού ρίσκου πρωτοβουλία του Φρίντριχ Μερτς – το «τζογάρισμα», σύμφωνα με τον καγκελάριο Όλαφ Σολτς -, εκτός από βαρύ κλίμα πόλωσης μεταξύ των κομμάτων, έφερε και εκλογικά κέρδη. Σύμφωνα με την τελευταία δημοσκόπηση του ARD, το 42% των ψηφοφόρων θεωρεί την μετανάστευση ως το σημαντικότερο ή το δεύτερο πιο σημαντικό πρόβλημα σήμερα στη χώρα. Το 45% δηλώνει επίσης ότι η μετανάστευση φέρνει περισσότερα μειονεκτήματα από πλεονεκτήματα.

Ο αρχηγός του Κόμματος των Φιλελευθέρων (FDP) Κρίστιαν Λίντνερ δήλωσε πρόσφατα ότι η Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) θα μικρύνει μόνο εάν μικρύνουν τα προβλήματα που κάποτε τη βοήθησαν να μεγαλώσει. Ενόψει των εκλογών, όλα τα κόμματα έχουν επενδύσει στη μεταναστευτική πολιτική που προτείνουν στους ψηφοφόρους:

Το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) του Όλαφ Σολτς διακηρύσσει ότι θέλει να διαχειριστεί το μεταναστευτικό «με ανθρωπιστική ευθύνη», ζητά επιτάχυνση των διαδικασιών ασύλου με ολοκλήρωση της διοικητικής επεξεργασίας εντός έξι μηνών από 8,7 μήνες που είναι κατά μέσο όρο σήμερα και υποστηρίζει ότι η οικογενειακή επανένωση θα πρέπει να συνεχιστεί για όσους δικαιούνται επικουρική προστασία, καθώς έτσι διευκολύνεται η ενσωμάτωση. Το SPD ζητά ενίσχυση της φύλαξης των εξωτερικών συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και περισσότερες συμφωνίες με χώρες προέλευσης μεταναστών, αφενός για απορρόφηση εργαζομένων και αφετέρου για υποδοχή επιστροφών που δεν δικαιούνται άσυλο και απορρίπτει την ανάθεση διαδικασιών ασύλου σε χώρες εκτός ΕΕ.

Η Χριστιανική Ένωση (CDU/CSU), όπως φάνηκε και από τις πρόσφατες κοινοβουλευτικές της πρωτοβουλίες, θέλει να επιβάλει άμεσα «de facto» πάγωμα εισόδου για όποιον δεν διαθέτει ταυτότητα, διαβατήριο ή και βίζα όπου είναι απαραίτητο. Όπως έχει δηλώσει ήδη ο Φρίντριχ Μερτς, την πρώτη ημέρα του στην καγκελαρία θα επιβάλει το κλείσιμο των γερμανικών συνόρων, την αναστολή της οικογενειακής επανένωσης και τον τερματισμό προγραμμάτων υποδοχής. Η Ένωση, στο πρόγραμμά της «για την αναχαίτιση της παράνομης μετανάστευσης», θέλει επίσης να απελαύνει τακτικά άτομα στο Αφγανιστάν και στη Συρία, ιδίως εγκληματίες και επικίνδυνα άτομα, ενώ τάσσεται υπέρ της ανάθεσης διεκπεραίωσης αιτήσεων ασύλου σε χώρες εκτός ΕΕ. Η υποδοχή ατόμων που χρήζουν πραγματικά προστασίας θα συνεχιστεί από τη Γερμανία, στη βάση όμως ετήσιας ποσόστωσης.

Η πλέον περιοριστική πολιτική για το μεταναστευτικό προτείνεται από την Εναλλακτική για την Γερμανία (AfD), υπό τον τίτλο «Ώρα για Ασφάλεια» και τον … υπότιτλο «υποχρεωτικός επαναπατρισμός» (Remigration), έννοια που διατρέχει όλο το σκεπτικό του κόμματος. Σε περίπτωση αμφιβολίας, άτομα με μεταναστευτικό υπόβαθρο θα υφίστανται πίεση να εγκαταλείψουν τη Γερμανία και η πολιτογράφηση θα καθίσταται εφικτή έπειτα από 10 χρόνια και μόνο με «άριστη» επίδοση στη διαδικασία ενσωμάτωσης. Η AfD διακρίνει «μεγάλα περιθώρια» υποχρεωτικού επαναπατρισμού στην ανάκληση του καθεστώτος προστασίας των Σύρων και στις διαπραγματεύσεις με το νέο συριακό καθεστώς για την επιστροφή τους.

Στο ίδιο πλαίσιο, η ΑfD δεν θέλει πλέον να συμμετέχει σε μια κοινή ευρωπαϊκή πολιτική ασύλου, απορρίπτει την προώθηση της διάσωσης μεταναστών στη θάλασσα, ζητά κέντρα κράτησης κοντά στα γερμανικά σύνορα και εισηγείται παροχές στο «ελάχιστο ανθρώπινο επίπεδο διαβίωσης» για όσους δεν δικαιούνται άσυλο και πρόκειται να απελαθούν. Η δε γερμανική υπηκοότητα θα μπορεί να αποκτηθεί μόνο εάν τουλάχιστον ο ένας γονέας είναι Γερμανός και σε μεμονωμένες περιπτώσεις εάν, κατά την κρίση της πολιτείας, «το κοινό καλό θα ενισχυθεί με την προσθήκη ενός πιστού νέου πολίτη».

Στον αντίποδα, οι Πράσινοι τάσσονται υπέρ της διατήρησης του θεμελιώδους δικαιώματος στο άσυλο, καθώς και των διεθνών υποχρεώσεων βάσει της Σύμβασης της Γενεύης για τους Πρόσφυγες και της Ευρωπαϊκής Συνθήκης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα. Θέλουν να διατηρήσουν και να επεκτείνουν την οικογενειακή επανένωση και να δημιουργήσουν ειδικά προγράμματα «ανθρωπιστικής υποδοχής» για ιδιαίτερα ευάλωτες ομάδες, όπως οι Αφγανοί που είχαν εργαστεί στην χώρα τους για λογαριασμό της γερμανικής πρεσβείας. Οι Πράσινοι απορρίπτουν τις απελάσεις σε εμπόλεμες περιοχές ή περιοχές κρίσης και δεν συμφωνούν με τη σύναψη συμφωνίας με την κυβέρνηση των Ταλιμπάν. Προκρίνουν ωστόσο τις συμφωνίες με άλλες χώρες προέλευσης, κάτι στο οποίο θα πρέπει, υποστηρίζουν, να επικεντρωθεί η επόμενη κυβέρνηση.

Το Κόμμα των Φιλελευθέρων (FDP) δεν ευνοείται από τη συζήτηση για το μεταναστευτικό, καθώς το θέμα δεν κυριάρχησε ποτέ στην κομματική ατζέντα. Οι σημερινές συνθήκες ωστόσο δημιουργούν νέες ανάγκες και δεν μπορούν να αγνοηθούν. Στο πρόγραμμά του, το FDP υποστηρίζει έναν κώδικα μετανάστευσης που συνδυάζει όλους τους κανόνες για τη μετανάστευση και το άσυλο, με το επιχείρημα ότι μέχρι σήμερα, η νομοθεσία για τη μετανάστευση είναι κατανεμημένη σε διάφορους νόμους, με αποτέλεσμα τη σύγχυση και τις καθυστερήσεις. Οι Φιλελεύθεροι θέλουν επίσης να εισαγάγουν ένα νέο κοινωνικό καθεστώς για τους αναγνωρισμένους πρόσφυγες, συμπεριλαμβανομένων των Ουκρανών: χαμηλότερες κοινωνικές παροχές σε σχέση με το επίδομα του πολίτη, αλλά μεγαλύτερη υποστήριξη στην εύρεση εργασίας. «Όποιος υποχρεούται να εγκαταλείψει τη χώρα και έχει εύλογη ευκαιρία να το κάνει, κατά κανόνα δεν θα πρέπει να λαμβάνει πλέον κρατική στήριξη», όπως και οποιοσδήποτε εμποδίζει ενεργά την εξακρίβωση της ταυτότητάς του δεν θα πρέπει επίσης να λαμβάνει πλέον κοινωνικά επιδόματα», αναφέρεται στο πρόγραμμα. Οι Φιλελεύθεροι υποστηρίζουν επίσης την εξωτερική ανάθεση διαδικασιών ασύλου σε τρίτες χώρες, όπως και η Ένωση ζητούν να σταματήσει η οικογενειακή επανένωση όπου κρίνεται απαραίτητο. Όσον αφορά την απομάκρυνση των αιτούντων άσυλο στα γερμανικά σύνορα, το FDP είναι πιο επιφυλακτικό από την ένωσης, αλλά ζητά «δοκιμή» του εν λόγω μοντέλου.

Η Αριστερά (Die Linke) απορρίπτει τόσο στην συμφωνία ΕΕ – Τουρκίας όσο και τη μεταρρύθμιση του ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου προς το αυστηρότερο και θεωρεί απαράδεκτη την απόρριψη ανθρώπων στα σύνορα, αλλά και τη διεξαγωγή συστηματικών ελέγχων, ενώ εισηγείται την κάλυψη από το κράτος των εξόδων διαμονής αιτούντων άσυλο. Η Αριστερά δεσμεύεται ακόμη να διασφαλίσει ότι ως αιτίες φυγής θα αναγνωρίζονται οι κλιματικές συνθήκες και οι περιβαλλοντικές κρίσεις, αλλά και η φτώχεια. Η FRONTEX θα πρέπει να αντικατασταθεί από μη-στρατιωτικής δομής σώμα θαλάσσιας διάσωσης. Όποιος γεννιέται στη Γερμανία θα πρέπει να λαμβάνει αυτόματα την υπηκοότητα, ενώ για την πολιτογράφηση θα απαιτείται παραμονή πέντε ετών. Επιπλέον, ανεξαρτήτως καταγωγής, τα άτομα που ζουν μακροχρόνια στην Γερμανία θα πρέπει να έχουν και δικαίωμα ψήφου, επισημαίνει το κόμμα.

Η Συμμαχία Ζάρα Βάγκενκνεχτ (BSW) θέλει τα άτομα που εισέρχονται στη Γερμανία από μια ασφαλή τρίτη χώρα να μην έχουν δικαίωμα σε διαδικασία ασύλου ή κοινωνικές παροχές. Στο προεκλογικό της μανιφέστο, η BSW δεν ζητά ρητά απορρίψεις στα σύνορα, όπως θέλει να επιβάλει η Ένωση, ωστόσο υποστηρίζει ότι σε άτομα από ασφαλείς τρίτες χώρες δεν θα πρέπει να χορηγείται το δικαίωμα παραμονής. Οι πρόσφυγες που διαπράττουν σοβαρά εγκλήματα θα χάνουν το δικαίωμά τους σε διαδικασία ασύλου. Η προστασία κατά της απέλασης θα πρέπει να περιορίζεται σε περιπτώσεις στις οποίες υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι το ενδιαφερόμενο άτομο αντιμετωπίζει τη θανατική ποινή στη χώρα καταγωγής του. Οι μετανάστες που «έρχονται σε σοβαρή σύγκρουση με το νόμο» θα πρέπει να απελαύνονται, ενώ οι διαδικασίες ασύλου θα πρέπει να ολοκληρώνονται εντός τριών μηνών. Η Συμμαχία τάσσεται υπέρ επίσης της άρσης των οικονομικών κυρώσεων σε βάρος του Αφγανιστάν, της Συρίας, του Ιράκ και της Λιβύης, προκειμένου οι συνθήκες διαβίωσης σε αυτές τις χώρες να βελτιωθούν και να περιοριστεί το ενδιαφέρον για μετανάστευση.

Εάν επιβεβαιωθούν οι τελευταίες δημοσκοπήσεις, είναι πιθανό η κυβερνητική συνεργασία που θα αναζητηθεί να είναι ο πρώην «μεγάλος» συνασπισμός μεταξύ CDU/CSU και SPD. Ήδη η ομοσπονδιακή υπουργός Εσωτερικών Νάνσι Φέζερ (SPD) έχει δηλώσει ότι δεν είναι τεράστια η απόσταση που χωρίζει τους Σοσιαλδημοκράτες από τα κόμματα της Ένωσης, ανοίγοντας πιθανόν τον δρόμο για έναν κυβερνητικό συνασπισμό. Ανεξαρτήτως ωστόσο από τα κόμματα που θα συνεργαστούν για να κυβερνήσουν, σημαντικό βάρος στις πολιτικές επιλογές – ειδικά για τη μετανάστευση – θα έχει το ποσοστό της AfD, η οποία φαίνεται ότι θα είναι το δεύτερο κόμμα και θα ασκεί αισθητή πίεση στην κυβέρνηση.

googlenews

Ακολουθήστε το financialreport.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

close menu