Τράπεζες

S&P: Αναβάθμισε Εθνική, Eurobank, Πειραιώς και Aegean Baltic Bank – Σταθερή η Alpha Bank

Οι αξιολογήσεις απορρέουν από το ισχυρότερο θεσμικό πλαίσιο και τη βελτίωση της ποιότητας κεφαλαίου τους - Μειωμένα τα ρίσκα για τον κλάδο

Σε αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Εθνικής Τράπεζας, της Eurobank, της Τράπεζας Πειραιώς και Aegean Baltic Bank προχώρησε ο αμερικανικός οίκος αξιολόγησης Standard & Poor’s, διατηρώντας παράλληλα σταθερή την αξιολόγηση της Alpha Bank.

Αναλυτικότερα:

Εθνική Τράπεζα: Αναβάθμιση της μακροπρόθεσμης και βραχυπρόθεσμης πιστοληπτικής διαβάθμισης σε BBB-/A-3 από BB+/B.

Eurobank: Αναβάθμιση της μακροπρόθεσμης και βραχυπρόθεσμης πιστοληπτικής διαβάθμισης σε BBB-/A-3 από BB+/B.

Τράπεζα Πειραιώς: Αναβάθμιση της μακροπρόθεσμης διαβάθμισης σε BB+ από BB.

Alpha Bank: Η αξιολόγηση παρέμεινε αμετάβλητη στο BB+, με σταθερό outlook.

Aegean Baltic Bank: Αναβάθμιση της μακροπρόθεσμης διαβάθμισης σε BB από BB-.

Σύμφωνα με τον οίκο, οι κινήσεις αναβάθμισης της αξιολόγησης για τις ελληνικές τράπεζες οφείλονται κυρίως στο ισχυρότερο θεσμικό πλαίσιο και στη βελτίωση της ποιότητας κεφαλαίου τους.

Η ενίσχυση της ικανότητας των ρυθμιστικών αρχών να αντιμετωπίζουν προληπτικά τις προκλήσεις του ελληνικού τραπεζικού συστήματος έχει μειώσει τους κινδύνους σε ολόκληρο τον κλάδο, τονίζει η S&P.

Στη βελτίωση αυτή συνέβαλαν επίσης η εξυγίανση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος και η εφαρμογή μακροπροληπτικών μέτρων.

Πλέον, σημειώνει ο οίκος, αξιολογούμε το θεσμικό πλαίσιο για τον ελληνικό τραπεζικό κλάδο ως σύμφωνο με εκείνο των περισσότερων ομολόγων του στην ευρωζώνη.

Μαζί με τη σταθερή λειτουργική τους απόδοση, οι τέσσερις κορυφαίες ελληνικές τράπεζες στοχεύουν επίσης στην ταχεία απόσβεση των αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων (DTCs), κάτι που θα βελτιώσει την ποιότητα του κεφαλαίου τους.

Πιο αναλυτικά και ανά τραπεζικό ίδρυμα, η S&P αναφέρει:

Εθνική Τράπεζα

Αναβαθμίσαμε τις μακροπρόθεσμες και βραχυπρόθεσμες αξιολογήσεις μας στην τράπεζα σε “BBB-/A-3” από “BB+/B”, αντικατοπτρίζοντας την άποψή μας για χαμηλότερους κινδύνους του κλάδου στην Ελλάδα, σε συνδυασμό με την προοπτική βελτίωσης της ποιότητας του κεφαλαίου. Σε αρμονία με τον υπόλοιπο κλάδο, η Εθνική ανακοίνωσε ότι θα επιταχύνει την απόσβεση των DTC, κάτι που πιστεύουμε ότι είναι διαχειρίσιμο με βάση τις προσδοκίες μας για την κερδοφορία και την τρέχουσα κεφαλαιοποίηση της Εθνικής.

Οι τρέχουσες αξιολογήσεις μας για την Εθνική αντανακλούν ένα σταθερό αλλά συγκεντρωμένο franchise εντός του ελληνικού τραπεζικού συστήματος και βελτιωμένη κερδοφορία προσαρμοσμένη στον κίνδυνο χάρη στα υψηλά περιθώρια κέρδους και ένα χρηματοδοτικό πλεονέκτημα που αντισταθμίζει εν μέρει τους υψηλούς ακόμη οικονομικούς κινδύνους που βλέπουμε στην Ελλάδα.

Οι σταθερές προοπτικές αντανακλούν την άποψή μας ότι η Εθνική θα διατηρήσει ένα σταθερό πιστωτικό προφίλ τους επόμενους 12-24 μήνες, επωφελούμενη από τη θετική οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας.

Αναμένουμε επίσης ότι ο δείκτης NPE θα μειωθεί περαιτέρω κάτω από 3,0% μέχρι το τέλος του 2026 από 3,3% στις 30 Σεπτεμβρίου 2024, με την κάλυψη να παραμένει υψηλή και κοντά στο 86% που πέτυχε η Εθνική στο τέλος Σεπτεμβρίου 2024. Κατά συνέπεια , προβλέπουμε ότι το κόστος του κινδύνου θα μειωθεί κοντά στις 50 μονάδες βάσης (bps) -55 bps έως τέλος έτους 2026 από 95 bps στις 31 Δεκεμβρίου 2023.

Ενώ αναμένουμε ότι το ROE θα μειωθεί σταδιακά από το 16,9% που προβλέπουμε για το 2024, θα παραμείνει σταθερό στο 14,3% περίπου το 2026.

Eurobank

Αναβαθμίσαμε τις μακροπρόθεσμες και βραχυπρόθεσμες αξιολογήσεις μας σε “BBB-/A-3” από “BB+/B”, αντικατοπτρίζοντας την άποψή μας για χαμηλότερους κινδύνους του κλάδου στο τραπεζικό σύστημα της Ελλάδας, σε συνδυασμό με την προοπτική βελτίωσης της ποιότητας του κεφαλαίου.

Η Eurobank ανακοίνωσε ότι θα επιταχύνει την απόσβεση των DTC. Αυτά αντιπροσώπευαν το 36% των κοινών μετοχικών κεφαλαίων Tier 1 (CET1) στα τέλη Σεπτεμβρίου 2024. Θα πρέπει να μειωθούν σε περίπου 20% έως το τέλος του 2027 και να εξαλειφθούν πλήρως έως το 2033.

Οι τρέχουσες αξιολογήσεις αντικατοπτρίζουν τη σταθερή θέση της Eurobank στην αγορά στην Ελλάδα, την Κύπρο και τη Βουλγαρία, καθώς και την υγιή κεφαλαιοποίηση και την ποιότητα του ενεργητικού της. Αυτό εξισορροπεί την πίεση στους κινδύνους κεφαλαιοποίησης και εκτέλεσης της Eurobank που περιβάλλουν τα σχέδια ανάπτυξης και τις πιθανές εξαγορές της.

Οι σταθερές προοπτικές αντανακλούν την άποψή μας ότι η Eurobank θα διατηρήσει το πιστωτικό της προφίλ τους επόμενους 12-24 μήνες. Παρά τον αρνητικό κεφαλαιακό αντίκτυπο από την εξαγορά της Ελληνικής Τράπεζας, την αύξηση των ανταμοιβών των μετόχων και το πλήγμα κεφαλαίου από την πρόσθετη απόσβεση DTC, αναμένουμε ότι ο δείκτης RAC θα βελτιωθεί στο εύρος 7,2%-7,7% το 2025-2026.

Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι αναμένουμε ότι η δημιουργία κερδών της Eurobank θα παραμείνει σταθερή, με την προβλεπόμενη απόδοση του μέσου όρου των κοινών ιδίων κεφαλαίων στο 15% μέχρι το τέλος του 2026. Η στήριξη θα προέλθει από τη θετική οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας, την εξαγορά της Ελληνικής Τράπεζας από τη Eurobank και συναφείς συνέργειες και τον περιορισμό του πιστωτικού κινδύνου παρά τη δυναμική ανάπτυξη.

Alpha Bank

Παρά την άποψή μας για τους χαμηλότερους κινδύνους του κλάδου στην Ελλάδα και τη βελτίωση της ποιότητας του κεφαλαίου, επιβεβαιώσαμε τις μακροπρόθεσμες και βραχυπρόθεσμες αξιολογήσεις “BB+/B” στην Alpha Bank λόγω της συγκριτικής μας ανάλυσης αξιολόγησης. Πιστεύουμε ότι οι μετρήσεις της κερδοφορίας, της αποτελεσματικότητας και της ποιότητας των περιουσιακών στοιχείων της τράπεζας εξακολουθούν να υστερούν σε σχέση με αυτές των ομολόγων της με υψηλότερη βαθμολογία.

Αν και κερδίζει δυναμική, το απόθεμα NPEs της Alpha Bank παραμένει ελαφρώς υψηλότερο από εκείνο των άλλων ελληνικών τραπεζών. Τον Σεπτέμβριο του 2024, ο δείκτης NPE της Alpha Bank διαμορφώθηκε στο 4,6% και το κόστος κινδύνου στα 126 bps (συμπεριλαμβανομένων των έκτακτων πωλήσεων και τιτλοποιήσεων), ενώ η κάλυψή της, στο 41,4%, ήταν επίσης χαμηλότερη από τις εγχώριες ομολόγους της. Οι ακόμη υψηλές πιστωτικές απομειώσεις επιβαρύνουν την κερδοφορία της τράπεζας, η οποία υποαποδίδει εκείνη των ομοτίμων. Το ROE της Alpha Bank, το οποίο υπολογίζουμε σε σχεδόν 10% στο τέλος του 2024, είναι σημαντικά κάτω από το μέσο όρο του 16,5% για τις υπόλοιπες τρεις συστημικές τράπεζες.

Οι τρέχουσες αξιολογήσεις μας στην Alpha Bank εξισορροπούν το σταθερό, αλλά συγκεντρωμένο εγχώριο franchise της τράπεζας, τη βελτιωμένη λειτουργική απόδοση και τα επαρκή κεφαλαιακά αποθέματα σε σχέση με την άποψή μας για τους υψηλούς οικονομικούς κινδύνους που βλέπουμε στην Ελλάδα.

Οι σταθερές προοπτικές αντικατοπτρίζουν ότι, ενώ αναμένουμε να δούμε σταδιακή ενίσχυση του χρηματοοικονομικού προφίλ της Alpha Bank τους επόμενους 12 μήνες, λόγω του ευνοϊκού οικονομικού περιβάλλοντος της Ελλάδας και του ενισχυμένου προφίλ λειτουργίας της τράπεζας, δεν βλέπουμε το χάσμα με την επενδυτική της βαθμίδα των ομολόγων της να κλείνει. Αναμένουμε ότι το ROE της Alpha Bank θα βελτιωθεί, φθάνοντας το 10,4% το 2026, με τον δείκτη κόστους προς έσοδα να σταθεροποιείται γύρω στο 39%, ενώ αναμένουμε ROE στο εύρος 14,3%-15,3% για τους ελληνικούς επενδυτικούς βαθμούς της τράπεζας .

Αναμένουμε ότι ο δείκτης NPE της Alpha Bank θα μειωθεί κοντά στο 3% και το κόστος κινδύνου θα μειωθεί κοντά στις 70 μονάδες βάσης μέχρι το τέλος του 2026, έναντι 2,8% και 58 bps για τις υπόλοιπες τράπεζες. Ο δείκτης RAC της Alpha Bank θα πρέπει να ενισχυθεί, κυμαινόμενος γύρω στο 7,3%-7,7% μέχρι το τέλος του 2026, όχι πολύ μακριά από το κατώτερο όριο του εύρους 7%-10% για μια επαρκή κεφαλαιακή αξιολόγηση. Αυτό συμβαίνει παρά τα σχέδια της τράπεζας να αυξήσει τις διανομές μερισμάτων και να επιταχύνει την απόσβεση των DTC, τα οποία η τράπεζα στοχεύει να μειώσει στο 24% του εποπτικού κεφαλαίου CET1 έως το 2027 από 51% το 2023.

Τράπεζα Πειραιώς

Αναβαθμίσαμε τις μακροπρόθεσμες αξιολογήσεις μας για την τράπεζα σε “BB+/B” από “BB/B”, αντικατοπτρίζοντας την άποψή μας για χαμηλότερους κινδύνους του κλάδου, σε συνδυασμό με την προοπτική βελτίωσης της ποιότητας του κεφαλαίου. Σε συμφωνία με τον υπόλοιπο κλάδο, η Τράπεζα Πειραιώς ανακοίνωσε ότι θα επιταχύνει την απόσβεση των DTC, μειώνοντας το μερίδιό τους στο CET1 από 78% το 2023 σε 30% το 2027 και αποσβένοντάς τους πλήρως έως το 2034.

Αναμένουμε ότι ο δείκτης RAC της Τράπεζας Πειραιώς θα διατηρήσει την ανοδική του τροχιά, αλλά θα παραμείνει κάτω από το όριο του 7%, φτάνοντας το 6,4%-6,6% τους επόμενους 24 μήνες, έναντι 5,1% στο τέλος του 2023. Παρά τα χαμηλότερα επιτόκια και τις υψηλότερες πληρωμές μερισμάτων, πιστεύουμε ότι η Τράπεζα Πειραιώς θα διατηρήσει την υγιή κερδοφορία που θα της επιτρέψει να συνεχίσει τη συγκέντρωση κεφαλαίων.

Οι τρέχουσες αξιολογήσεις της Τράπεζας Πειραιώς εξισορροπούν τη σταθερή λειτουργική απόδοση, την αποτελεσματικότητα και την ισχυρή θέση της τράπεζας στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα έναντι της συγκεντρωμένης παρουσίας της στην αγορά και της ασθενέστερης κεφαλαιοποίησης”.

googlenews

Ακολουθήστε το financialreport.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

close menu