Οικονομία

ΣΕΒ: Η ρύθμιση του χρέους είναι αναγκαία, όχι όμως και πανάκεια

Η ρύθμιση του χρέους είναι αναγκαία, όχι όμως και πανάκεια. Σε αυτήν του τη φράση συνοψίζει, ο ΣΕΒ, τη σημασία διευθέτησης του ζητήματος του ελληνικού χρέους, αλλά και την ανάγκη περαιτέρω βημάτων, από την ελληνική πλευρά.

Συγκεκριμένα, στο εβδομαδιαίο δελτίο του για την Ελληνική Οικονομία – Οικονομία & Επιχειρήσεις, με τίτλο “Συν Αθηνά και χείρα κίνει!”, ο ΣΕΒ επισημαίνει πως η ρύθμιση του χρέους θα έστελνε ένα θετικό μήνυμα στην αγορά, κάνοντας ένα βήμα προς την αποκατάσταση της επενδυτικής εμπιστοσύνης, αλλά δεν αρκεί. Όπως τονίζει, “η Ελληνική πλευρά πρέπει να αντιληφθεί ότι κανείς επενδυτής δεν πρόκειται να φέρει τα λεφτά του στην χώρα μόνο και μόνο επειδή έγινε η ρύθμιση του χρέους. Η επιστροφή της χώρας στην κανονικότητα δεν είναι απλά και μόνο ζήτημα υλοποίησης κάποιων τυπικών απαιτήσεων, αλλά μιας βαθύτερης, ουσιαστικής και μόνιμης αλλαγής στον τρόπο που λειτουργεί το κράτος και η οικονομία”. Σύμφωνα με τον ΣΕΒ, για τη βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος, απαιτείται προσπάθεια που να ξεπερνάει τα στενά μνημονιακά προαπαιτούμενα. 

Αναφορικά με τη διάσταση απόψεων μεταξύ ΔΝΤ και Ευρώπης, το δελτίο κάνει λόγο για αδιέξοδο: Η χώρα εγκλωβίζεται σε μία κατάσταση όπου οι επενδυτές δεν μπορούν να αξιολογήσουν με σαφήνεια τη βιωσιμότητα του χρέους. Η Ελλάδα βρίσκεται εγκλωβισμένη μεταξύ σφύρας και άκμονος: Αφ’ενός είναι δύσκολο να τελεσφορήσει η ελληνική διεκδίκηση για άμεση και ουσιαστική, που να υπερβαίνει την απόφαση του Eurogroup, ρύθμιση του χρέους πριν το τέλος του έτους, αφ’ετέρου η πίεση για εφαρμογή της πολιτικής ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ στα ελληνικά ομόλογα, ή οποιαδήποτε άλλη ενέργεια που δεν έχει συμφωνηθεί παραμένει μετέωρη.

Όσον αφορά στα βασικά σημεία της ανάλυσης, αναφέρονται τα εξής:

– Στη σημερινή συγκυρία, και καθώς ξεκινά η διαδικασία της 2ης αξιολόγησης του 3ου Μνημονίου, η ουσιαστική ρύθμιση του χρέους στη διάρκεια του προγράμματος με άμεση ανακοίνωση του περιεχομένου της, όπως υποστηρίζεται από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), και όχι μετά την ολοκλήρωση του, όπως προβλέπει η απόφαση του Eurogroup της 25/5/16, θα έδινε το μήνυμα στις αγορές ότι το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο. Αυτό με τη σειρά του θα μπορούσε να βελτιώσει άρδην τις προσδοκίες των επενδυτών και να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας με άμεσο αναπτυξιακό αντίκτυπο, επιταχύνοντας έτσι την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας και την έξοδο από την κρίση. Οι εκλογές στη Γαλλία αλλά κυρίως στη Γερμανία καθυστερούν προσχηματικά τις εξελίξεις. Ας μην γελιόμαστε, χωρίς σαφή δέσμευση, και στήριξη με πράξεις, ότι θέλουμε η Ελλάδα να γίνει χώρα προσέλκυσης επενδύσεων, και όχι χώρα φυγής και εξαγοράς επιχειρήσεων, θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να επιτευχθεί η έξοδος από την κρίση και η χώρα να εισέλθει σε αναπτυξιακή τροχιά. Ταυτόχρονα, και η Ελληνική πλευρά πρέπει να αντιληφθεί ότι κανείς επενδυτής δεν πρόκειται να φέρει τα λεφτά του στην χώρα μόνο και μόνο επειδή έγινε η ρύθμιση του χρέους. Η επιστροφή της χώρας στην κανονικότητα δεν είναι απλά και μόνο ζήτημα υλοποίησης κάποιων τυπικών απαιτήσεων, αλλά μιας βαθύτερης, ουσιαστικής και μόνιμης αλλαγής στον τρόπο που λειτουργεί το κράτος και η οικονομία. Η ταχεία ολοκλήρωση της 2ης αξιολόγησης θα είναι όταν επιτευχθεί ένα θετικό  βήμα. Και μια τέτοια κίνηση θα πρέπει να ακολουθηθεί από πρόσθετες πρωτοβουλίες για το κτίσιμο της αξιοπιστίας που απαιτείται, έτσι ώστε να αρχίσουν οι αγορές να εμπιστεύονται την χώρα, δημιουργώντας ευνοϊκές συνθήκες ανάκαμψης της οικονομίας. Μόνον, έτσι, θα αρχίσουν να γίνονται επενδύσεις, που είναι απαραίτητες για την ταχεία αύξηση των εισοδημάτων και της απασχόλησης και την έξοδο από την κρίση.

– Η καλή πορεία των καθαρών εσόδων του τακτικού προϋπολογισμού το Σεπτέμβριο αποτελεί την πλέον αξιοσημείωτη εξέλιξη στα δημοσιονομικά μεγέθη. Ενώ αναμένουμε τα αναλυτικά στοιχεία, παραμένει ότι η είσπραξη τόσο των πρώτων εσόδων από τον ΕΝΦΙΑ όσο και η καλή πορεία των εσόδων από ΦΠΑ συνέβαλαν στην εξέλιξη αυτή. Η σχετική ανθεκτικότητα της οικονομίας και της αγοράς εργασίας ωστόσο συνεχίζουν να μην εξασφαλίζουν τη δυναμική που επιτάσσουν οι κοινωνικές προκλήσεις που θέτει η φτωχοποίηση της κοινωνίας.

– Παρόλο που το φορολογικό  πλαίσιο αποθαρρύνει τις νέες επενδύσεις, η αναγνώριση της κομβικής σημασίας που έχει η αύξηση της αποτελεσματικότητας της εφοδιαστικής αλυσίδας σε όλο το πλέγμα της οικονομίας ως προς την ενίσχυση της μη μισθολογικής ανταγωνιστικότητας της χώρας, αποτελεί προαπαιτούμενο επιτυχίας του εθνικού σχεδίου ανάπτυξης. Η αναγνώριση αυτή πρέπει να υποστηριχθεί με συγκεκριμένες δράσεις, που περιλαμβάνουν πρωτίστως την προσέλκυση διεθνών μεταφορικών ροών με παροχή υπηρεσιών προστιθέμενης αξίας αλλά και την αναβάθμιση του δικτύου εφοδιασμού εντός της επικράτειας. Παρεμβάσεις προς αυτή τη κατεύθυνση που καθυστερούν σημαντικά να ολοκληρωθούν περιλαμβάνουν την άμεση ενεργοποίηση του Ν4302/14 για την αδειοδότηση του κλάδου, τη βελτίωση της καθημερινής λειτουργίας των κλάδου, την ολοκλήρωση των οδικών και σιδηροδρομικών υποδομών αλλά και την ανάπτυξη ψηφιακών εφαρμογών σε όλο το μήκος του εφοδιασμού, από τα τελωνεία μέχρι τον καταναλωτή. 

Αναλυτικότερα για το θέμα του χρέους, ο ΣΕΒ αναφέρει ότι μετά από ένα χρόνο εφαρμογής του εμπροσθοβαρούς προγράμματος προσαρμογής του 3ου Μνημονίου, η γεφύρωση των διιστάμενων απόψεων μεταξύ ΔΝΤ και Ευρωπαϊκών Θεσμών, ως προς την απόδοση των μέτρων περιορισμού του ελλείμματος του συνταξιοδοτικού συστήματος, το μείγμα πολιτικής που στηρίζεται υπέρμετρα στην υπερφορολόγηση, και την αναγκαιότητα ελάφρυνσης του χρέους, είναι απολύτως αναγκαία για να την επιστροφή σε σταθερούς ρυθμούς ανάπτυξης. 

Το αδιέξοδο που προκύπτει από τις δύο διαφορετικές θεωρήσεις είναι προφανές. Η χώρα εγκλωβίζεται σε μία κατάσταση όπου οι επενδυτές δεν μπορούν να αξιολογήσουν με σαφήνεια τη βιωσιμότητα του χρέους καθώς, σύμφωνα με το Eurogroup, αυτό εξαρτάται από την πιστή ή όχι εφαρμογή συνεχών Μνημονίων στις δεκαετίες που ακολουθούν. Πρέπει να σημειωθεί, βεβαίως, ότι στο τέλος θα υπερισχύσει αυτό που έχει αποφασίσει το Eurogroup, παρά την αντίθετη άποψη του ΔΝΤ. Η Ευρώπη, βεβαίως, αναλαμβάνει τον κίνδυνο το ΔΝΤ να μην συμμετάσχει χρηματοδοτικά στο πρόγραμμα, αλλά αυτό μάλλον είναι το έλασσον. 

Με αυτά τα δεδομένα, η Ελλάδα βρίσκεται εγκλωβισμένη μεταξύ σφύρας και άκμονος. Αφ’ενός είναι δύσκολο να τελεσφορήσει η ελληνική, διεκδίκηση για άμεση και ουσιαστική, που να υπερβαίνει την απόφαση του Eurogroup, ρύθμιση του χρέους πριν το τέλος του έτους, αφετέρου η πίεση για εφαρμογή της πολιτικής ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στα ελληνικά ομόλογα, ή οποιαδήποτε άλλη ενέργεια που δεν έχει συμφωνηθεί παραμένει μετέωρη. Ας μην ξεχνάμε βέβαια ότι η άποψη του ΔΝΤ για την εμπροσθοβαρή ρύθμιση του χρέους προέρχεται από τη διαπίστωση ότι δεν υπάρχει ιδιοκτησία του προγράμματος στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, η περικοπή δαπανών δεν γίνεται στη βάση στοχευμένων μέτρων αλλά παρεμβάσεων οριζόντιου χαρακτήρα, και η αύξηση των εσόδων πραγματοποιείται με προσφυγή σε αδιέξοδες, αναδιανεμητικού χαρακτήρα, φορολογικές πολιτικές που καταστρέφουν τα κίνητρα για εργασία κα ανάληψη επιχειρηματικής δραστηριότητας. 

Σε αυτό το πλαίσιο συμπίεσης της πραγματικής οικονομίας, τα προαπαιτούμενα που αφορούν στη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος υλοποιούνται αργά. Άλλωστε, όπως παρατηρεί, η ουσιαστική βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος συχνά απαιτεί μια προσπάθεια που ξεπερνάει τα στενά μνημονιακά προαπαιτούμενα. 

Η αργή πρόοδος των χρήσιμων μεταρρυθμίσεων πρέπει να συγκριθεί με το βάρος που έχει επωμιστεί ο ιδιωτικός τομέας μέσω της αύξησης της αβεβαιότητας και του αποκλεισμού του από χρηματοδότηση με εύλογους όρους. Στη σύγκριση αυτή φαίνεται αμέσως πως η όποια πρόοδος στα διαρθρωτικά μέτωπα δεν αρκεί για να αναμετρηθεί με τα βάρη που εμποδίζουν την ανάπτυξη. Οι σχετικά διστακτικές μεταρρυθμίσεις, στο πλαίσιο ακραίας υπερφορολόγησης των συνεπών και με πραγματικό κόστος χρηματοδότησης των ελληνικών επιχειρήσεων 400% υψηλότερoυ των σημαντικότερων Ευρωπαίων ανταγωνιστών τους αδυνατούν να ξεδιπλώσουν τις θετικές τους συνέπειες στην ανάπτυξη και απασχόληση.  Επιπλέον, η αποσπασματική προώθηση πολλών μεταρρυθμίσεων, αντί της συνεκτικής και αποφασιστικής τους προώθησης σαν ένα ενιαίο σύνολο αναπτυξιακών μέτρων παράλληλα με αποτελεσματικές δράσεις υποστήριξης της κοινωνίας και των εργαζομένων, υπονομεύει τις θετικές επιπτώσεις της κάθε επιμέρους μεταρρύθμισης. Έτσι, η ταχύτερη προώθηση πολλαπλών μεταρρυθμίσεων που μειώνουν το μη μισθολογικό κόστος των επιχειρήσεων, βελτιώνουν τις υποδομές της χώρας και διευκολύνουν την είσοδο και έξοδο επιχειρήσεων από την αγορά ταυτόχρονα με μέτρα όπως η στήριξη μέσω υποδομών ή παροχών των εργαζόμενων οικογενειών με προστατευόμενα μέλη ή ανήλικα παιδιά θα έφερναν σίγουρα καλύτερα αποτελέσματα. Το ίδιο ισχύει και για τις μνημονιακές δράσεις που στοχεύουν στην αποκατάσταση της πρόσβασης των Ελληνικών επιχειρήσεων σε χρηματοδότηση υπό εύλογους όρους. Τα μέτρα που έχουν δρομολογηθεί πρέπει να ολοκληρωθούν, αλλά και να συμπληρωθούν με πρωτοβουλίες που στην πράξη να εντάξουν εκ νέου την Ελλάδα στην ενιαία αγορά χρήματος και κεφαλαίων. 

googlenews

Ακολουθήστε το financialreport.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

close menu