Νέα

Οταν ο πρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού ενοχλείται από την κριτική

Ο πρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού, Ιωάννης Λιανός

Η ενασχόληση του προέδρου της Επιτροπής Ανταγωνισμού, Ιωάννη Λιανού με το μέσο κοινωνικής δικτύωσης X (πρώην τουίτερ) είχε μέχρι πρόσφατα ενημερωτικό χαρακτήρα. Αναρτούσε αποφάσεις και άλλες πρωτοβουλίες της Επιτροπής Ανταγωνισμού (ΕΠΑΝΤ), μελέτες για επιμέρους και νομικές εξελίξεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Εσχάτως μέσω των αναρτήσεων, σχολιάζει με αρνητικό τρόπο άρθρα δημοσιογράφοων και αφήνει υπονοούμενα, διότι κάποιοι έκαναν το «σφάλμα» να σχολιάσουν τις αποφάσεις της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Αναφέρομαι σε δημοσιεύματα που ασχολούνται με την απόφαση της ΕΠΑΝΤ για την επιβολή προστίμου στην ΟΠΑΠ Α.Ε. και διατυπώνουν ερωτήματα για μια υπόθεση, που αν μη τι άλλο έχει ενδιαφέρον καθώς η εταιρεία έχει το μονοπώλιο στον επίγειο στοιχηματισμό και η απόφαση της ΕΠΑΝΤ συνοδεύτηκε από ένα ασυνήθιστα υψηλό πρόστιμο.

Η αλήθεια είναι πως πρώτος ασχολήθηκε με την υπόθεση ο γράφων, αμέσως μετά τη δημοσιοποίηση του προστίμου, αναζητώντας περισσότερα στοιχεία για το θέμα και «ανακαλύπτοντας», λεπτομέρειες που δεν είχαν δει το φως της δημοσιότητας. Η υπόθεση αφορά κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης όχι στη βασική αγορά του ΟΠΑΠ (που ούτως ή άλλως κατέχει νομοθετικά το μονοπώλιο στυον επίγειο στοιχηματισμό) αλλά τις υπηρεσίες πληρωμών που παρέχονται μέσω των θυγατρικών του  TORA DIRECT Direct και TORA Wallet.

Ο γράφων δεν έλαβε καμία επιστολή διαμαρτυρίας από τον πρόεδρο της Επιτροπής Ανταγωνισμού, όπως έλαβαν άλλα μέσα ενημέρωσης. Όμως επανέρχεται βλέποντας τις αναρτήσεις του κυρίου προέδρου, ο οποίος εκτός από το να καυτηριάζει την κριτική που ασκείται, εκφράζει συνολικά τη δυσαρέσκειά του για το πως οι δημοσιογράφοι αντιμετωπίζουν τις ανεξάρτητες αρχές.

Θα ξεκινήσω το σχόλιο πρώτα από αυτό. Ο λόγος που οι δημοσιογράφοι και κυρίως η κοινωνία, αντιμετωπίζει με δυσπιστία τις ανεξάρτητες αρχές διότι δεν υπάρχει διαφάνεια στη διαδικασία υποδοχής, επεξεργασίας και λήψης των αποφάσεων. Πολλές υποθέσεις υποβιβάζονται και δεν βλέπουν ποτέ το φως της δημοσιότητας. Άλλες καθυστερούν τόσο πολύ που οποιαδήποτε απόφαση είναι παρωχυμένη. Στην πράξη δεν προάγεται η αποτελεσματικότητα των αγορών και του ελεύθερου ανταγωνισμού υπέρ των καταναλωτών, αποταμιευτών, επενδυτών κλπ. Δεν αναφέρομαι στην Επιτροπή Ανταγωνισμού αλλά και σε άλλες ανεξάρτητες αρχές, συνταγματικά ή μη κατοχυρωμένες. Αλήθεια, ο κ. πρόεδρος της ΕΠΑΝΤ παρακολουθεί για παράδειγμα τι ακριβώς γίνεται στην ΑΔΑΕ και στο ΕΣΡ; Δεν έχει ακούσει για συγκρούσεις συμφερόντων στην ΕΠΑΝΤ επί προηγούμενων διοικήσεων;

Ακόμα και η Επιτροπή Ανταγωνισμού παραμένει μια «κλειστή» αρχή, όπου η πληροφόρηση και η ενημέρωση γίνεται με το σταγονόμετρο, μέσω των ανακοινώσεων. Ακόμα κι όσοι είδαν από την αρχή με συμπάθεια τον ορισμό στην προεδρία της Αρχής ενός καταρτισμένου καθηγητή που ανέλαβε πρωτοβουλίες σε πολλά θέματα, του κ. Ιωάννη Λιανού και είχαν την ευκαρία να τον γνωρίσουν, στη συνέχεια διαπίστωσαν «κενά». Αλήθεια, τί έγινε εκείνη η περιβόητη παρέμβαση στα πετρελαιοειδή; Τί έγινε η υπόθεση με την παρεμπόδιση του επιτόπιου ελέγχου στα διυλιστήρια; Τί έγινε η υπόθεση με τις τράπεζες, δηλαδή αγορές και υπηρεσίες, που καθημερινά, η συντριπτική πλειονότητα των πολιτών της χώρας πληρώνει περισσότερο από κάθε άλλη ευρωπαϊκή χώρα;

Επιστρέφοντας στην υπόθεση του ΟΠΑΠ, ακόμα και ο ίδιος, ο κ. Λιανός στην επιστολή που έστειλε στο Liberal.gr – φιλοξένησε άρθρα  που τον ενόχλησαν – αναφέρει συγκεκριμένα σημεία της απόφασης, που προκαλούν εύλογα ερωτήματα. Λέει για παράδειγμα για την καταγγελία του ΣΕΠΠΠ (ο φορέας που κατήγγειλε τις πρακτικές της ΟΠΑΠ Α.Ε.) και παραδέχεται ότι δεν έχει άδεια παροχής υπηρεσιών πληρωμών.

Συνεπώς, δεν είναι απορίας άξιο, το γεγονός ότι η Επιτροπή Ανταγωνισμού ασχολήθηκε με μία καταγγελία ενός Συνεταιρισμού που δεν είχε άδεια να παρέχει τη συγκεκριμένη δραστηριότητα, επιρρίπτοντας εμμέσως πλην σαφώς, ευθύνες στην Τράπεζα της Ελλάδος, επισημαίνοντας ότι «δεν υπάρχει απαγόρευση λειτουργίας του από την Πολιτεία (συμπεριλαμβανομένης της Τράπεζας της Ελλάδος)»;

Όμως η Επιτροπή Ανταγωνισμού εκλαμβάνεται από τον πολίτη ως «πολιτεία». Ο πολίτης δεν γνωρίζει ότι κάθε μία αρχή φοράει διαφορετικό καπέλο. Αντιμετωπίζει ενιαία τις αρχές. Συνεπώς και οι δημοσιογράφοι και οι πολίτες να έχουν εμπιστοσύνη στις εποπτικές/ρυθμιστικές αρχές, όταν οι ίδιες ρίχνουν η μία στην άλλη το μπαλάκι των ευθυνών;

Ο κ. Λιανός αναφέρεται και στην επιστολή της Τράπεζας της Ελλάδος με τα μερίδια αγοράς. Σημειώνει ότι την έλαβε υπόψη, αλλά μάλλον την αγνόησε, αφού η Τράπεζα της Ελλάδας αναφέρεται στα μερίδια αγοράς όλης της αγοράς πληρωμών όπου τα μερίδια των θυγατρικών του ΟΠΑΠ είναι ελάχιστα. Η ΕΠΑΝΤ με την απόφαση διευκρινίζει γιατί απομόνωσε τα μερίδια αγοράς της συγκεκριμένης δραστηριότητας (πληρωμές λογαριασμών) μόνο στην επίγεια αγορά, χωρίς όμως να αναφέρεται στο ύψος της αποθετικής ζημίας. Αλλά πως να υπάρχει τέτοια ζημία, αφού ο φορέας που ασκούσε την δραστηριότητα δεν είχε άδεια να την παρέχει; Δεν είναι ένα εύλογο ερώτημα;

Το τρίτον και σημαντικότερο είναι για το ύψος του προστίμου. Ο κ. Λιανός στην επιστολή του παραδέχεται την υποκειμενικότητα του προστίμου. Ισχυρίζεται ότι επιβλήθηκε επί τον τζίρου της ΟΠΑΠ Α.Ε. και όχι επί του οφέλους που είχαν οι θυγατρικές εταιρείες, που ασκούσαν τη συγκεκριμένη δραστηριότητα διότι «το πρόστιμο πρέπει αφενός να επιβάλλεται ως κύρωση για ορισμένη παράβαση και αφετέρου να συντελεί στην αποτροπή των επιχειρήσεων από την επανάληψη παρόμοιων αντι-ανταγωνιστικών συμπεριφορών στο μέλλον. Συνεπώς, το ύψος του προστίμου πρέπει να έχει το αναγκαίο αποτρεπτικό αποτέλεσμα, όχι μόνο έναντι των αποδεκτών της απόφασης που εκδίδει η ΕΑ αλλά και έναντι κάθε άλλης επιχείρησης, η οποία θα είχε την πρόθεση να υιοθετήσει ή να συνεχίσει παρόμοια συμπεριφορά».

Άρα το ύψος του προστίμου έχει και τιμωρητικό χαρακτήρα, ο οποίος προφανώς θα αμφισβητηθεί κατά την προσφυγή της εταιρείας στη διοικητική δικαιοσύνη, η οποία όπως λέει και η ΕΠΑΝΤ, «είναι η μόνη αρμόδια να εξετάσει τους ισχυρισμούς των μερών και να εκφέρει εμπεριστατωμένη άποψη».

Μπορεί, ο κ. Λιανός και οι άλλοι πρόεδροι/επικεφαλής των αρχών να θέλουν οι δημοσιογράφοι να καταπίνουν «αμάσητα» ότι οι αρχές ανακοινώνουν. Αλλά οι δημοσιογράφοι οφείλουν να ρωτούν, να αμφισβητούν και να γράφουν. Μόνο έτσι η κοινωνία και η οικονομία μπορούν να βαδίσουν αρμονικά μπροστά.

Χρήστος Ιωάννου
[email protected]

googlenews

Ακολουθήστε το financialreport.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

close menu