Οι νέες διατάξεις της φορολογίας εισοδήματος ομαδοποιούν σε μία κατηγορία μισθωτούς, συνταξιούχους, αγρότες και ασκούντες ατομική επιχειρηματική δραστηριότητα.
Αυτό επιτυγχάνεται μέσω της θέσπισης μιας ενιαίας κλίμακας με κοινούς φορολογικούς συντελεστές (πίνακας 1) και χορήγηση αφορολόγητου ορίου για όλες τις κατηγορίες των υπόχρεων, εξαιρουμένων των ατομικών επιχειρήσεων που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα. Πιο συγκεκριμένα, η οικογενειακή κατάσταση του υπόχρεου και αν αυτός διαθέτει ή όχι προστατευόμενα τέκνα διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στο τελικό ύψος του αφορολόγητου ορίου που δικαιούται ο κάθε φορολογούμενος.
Ενδεικτικά αναφέρεται πως για όσους διαθέτουν τρία τέκνα και πάνω θα προβλέπεται αφορολόγητο όριο εισοδήματος 9.545 ευρώ (έκπτωση φόρου 2.100 ευρώ), το οποίο θα μειώνεται στα 9.090 ευρώ για έχοντες δύο τέκνα (έκπτωση φόρου 2.000 ευρώ) και στα 8.863 ευρώ για εκείνους με ένα προστατευόμενο μέλος (έκπτωση φόρου 1.950 ευρώ). Για τα ζευγάρια χωρίς παιδιά και για τους άγαμους το αφορολόγητο όριο εισοδήματος θα υπολογίζεται στα 8.636 ευρώ (έκπτωση φόρου 1.900 ευρώ).
Σύμφωνα με το νέο καθεστώς, για φορολογητέο εισόδημα (από μισθωτές υπηρεσίες, συντάξεις και αγροτικές δραστηριότητες) το οποίο υπερβαίνει τις είκοσι χιλιάδες ευρώ (20.000) το ποσό της έκπτωσης θα μειώνεται κατά 10 ευρώ ανά 1.000 ευρώ αύξησης του φορολογητέου εισοδήματος. Επιπροσθέτως, οι επιβαρύνσεις από την τροποποιημένη κλίμακα της Ειδικής Εισφοράς Αλληλεγγύης φυσικών προσώπων θα έχουν προοδευτικό/κλιμακωτό χαρακτήρα, σε αντίθεση με ό,τι ίσχυε μέχρι πρότινος, ενώ θα απαλλάσσονται από αυτήν (από τα πρόσθετα φορολογικά βάρη που αυτή συνεπάγεται) όσοι διαθέτουν ετήσια εισοδήματα μικρότερα των 12.000 ευρώ (πίνακας 2).
Επιβαρύνσεις λόγω χαμηλότερου αφορολογήτου Με βάση τη νέα κλίμακα επέρχονται επιβαρύνσεις για τα χαμηλά εισοδήματα καθώς όσοι άγαμοι ή παντρεμένοι χωρίς τέκνα καλύπτονταν από το έμμεσο αφορολόγητο όριο των 9.545 ευρώ τώρα θα κληθούν να πληρώσουν περίπου 200 ευρώ επιπρόσθετο φόρο.
Αύξηση των φορολογικών βαρών της συγκεκριμένης κατηγορίας θα διαπιστώσουν μισθωτοί, συνταξιούχοι και αγρότες με εισοδήματα μεταξύ 8.636 ευρώ και 28.300 ευρώ, όπως επίσης και εκείνοι με αποδοχές 44.000 ως περίπου 50.000 ευρώ (όλα τα παραπάνω όρια ισχύουν κατόπιν συνυπολογισμού του φόρου εισοδήματος και της Ειδικής Εισφοράς Αλληλεγγύης).
Ελαφρύνσεις προκύπτουν για μισθωτούς, συνταξιούχους και αγρότες (φόρος εισοδήματος και Εισφορά Αλληλεγγύης):
- Χωρίς τέκνα, με εισοδήματα από 28.300 ως 43.900 ευρώ, αλλά και για εκείνους με αποδοχές από 50.100 ως 54.300 ευρώ.
- Με ένα παιδί, για εισοδήματα από 27.700 ως 43.900 ευρώ και από 50.100 ως 54.900 ευρώ.
- Με δύο παιδιά, για εισοδήματα από 27.100 ως 43.900 ευρώ και από 50.100 ως 55.600 ευρώ.
- Με τρία παιδιά, για εισοδήματα από 12.100 ως 17.500 ευρώ, από 20.100 ως 20.800 ευρώ, από 26.000 ως 44.300 ευρώ και από 50.100 ως 56.900 ευρώ.
Για την επιβολή της Ειδικής Εισφοράς Αλληλεγγύης λαμβάνεται υπόψη το σύνολο του εισοδήματος, όπως αυτό προκύπτει από την άθροιση των εισοδημάτων από μισθωτή εργασία και συντάξεις, από επιχειρηματική δραστηριότητα, από κεφάλαιο, από υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο, πραγματικό ή τεκμαρτό.
Μεταξύ των εξαιρέσεων από την υποχρέωση καταβολής της Ειδικής Εισφοράς Αλληλεγγύης περιλαμβάνονται και οι μακροχρόνια άνεργοι που είναι εγγεγραμμένοι στα μητρώα ανέργων του ΟΑΕΔ, καθώς και όσοι λαμβάνουν επίδομα ανεργίας από τον εν λόγω οργανισμό, εφόσον κατά το έτος της βεβαίωσης δεν διαθέτουν πραγματικά εισοδήματα.
Φορολογία εισοδήματος προσωπικών εταιρειών
(νομικές οντότητες που διατηρούν απλογραφικά βιβλία – 2016)
Με συντελεστή 29% επί του συνόλου των κερδών τους έναντι 26% επί των πρώτων 50.000 ευρώ και 33% επί του υπερβάλλοντος ποσού που προέβλεπε το προηγούμενο καθεστώς θα φορολογούνται τα νομικά πρόσωπα που διατηρούν απλογραφικά βιβλία. Το νέο φορολογικό πλαίσιο αναμένεται να επιφέρει επιπρόσθετα βάρη στη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα, κυρίως στις νομικές οντότητες με ετήσια κέρδη ως 50.000 ευρώ, συμπεριλαμβανομένης και της αυξημένης προκαταβολής φόρου εισοδήματος (από 75% το φορολογικό έτος 2015 στο 100% στη διάρκεια του φορολογικού έτους 2016). Πιο αναλυτικά, στις νέες διατάξεις εμπίπτουν οι παρακάτω μορφές επιχειρήσεων:
- Προσωπικές εταιρείες (ΟΕ και ΕΕ) που συστήθηκαν στην ημεδαπή ή στην αλλοδαπή.
- Συνεταιρισμοί και ενώσεις αυτών.
- Κοινωνίες αστικού δικαίου, αστικές κερδοσκοπικές ή μη κερδοσκοπικές εταιρείες, συμμετοχικές ή αφανείς, εφόσον ασκούν επιχείρηση ή επάγγελμα.
- Κοινοπραξίες.
- Οι νομικές οντότητες που ορίζονται στο άρθρο 2 του ΚΦΕ και δεν περιλαμβάνονται σε μία από τις προηγούμενες περιπτώσεις.
Η εξομοίωση της φορολογικής μεταχείρισης των μικρών και μεγάλων επιχειρήσεων θα συντελέσει στην περαιτέρω συρρίκνωση του μικρομεσαίου επιχειρείν καθιστώντας για πολλές από αυτές ακόμη πιο αβέβαιη την προοπτική επιβίωσής τους. Περαιτέρω υποδαυλίζεται το πνεύμα του υγιούς ανταγωνισμού και της διασφάλισης της εύρυθμης λειτουργίας της αγοράς, ενώ η προσπάθεια καταπολέμησης της ανεργίας και τόνωσης των εσόδων των ασφαλιστικών ταμείων θα δεχθεί σημαντικό πλήγμα.
Φορολογία εισοδήματος νομικών προσώπων
(νομικές οντότητες με διπλογραφικά βιβλία – 2016)
Στις διατάξεις της νέας φορολογίας εισοδήματος εμπεριέχεται και η αύξηση του συντελεστή φορολόγησης των μερισμάτων για τις νομικές οντότητες (για όσες από αυτές διανέμουν) στο 15% από 10% που ισχύει σήμερα.
Η παραπάνω αύξηση έρχεται να προστεθεί στην υποχρέωση καταβολής διογκωμένου φόρου επί των κερδών των επιχειρήσεων (νομικών προσώπων), καθώς από εφέτος ο συντελεστής ανέρχεται από το 26% στο 29%. Συνέπεια όλων των παραπάνω είναι η εκτίναξη του συνολικού συντελεστή φορολόγησης των επιχειρηματικών κερδών στο 39,65%.
Επιπροσθέτως δεν θα πρέπει να λησμονείται το γεγονός ότι οι προαναφερθείσες νομικές μορφές επιχειρήσεων έχουν ήδη βιώσει τις υφεσιακές επιπτώσεις των μέτρων του τρίτου Μνημονίου καθώς στη διάρκεια του 2015 (χρήση 2014) κλήθηκαν να πληρώσουν αυξημένη προκαταβολή φόρου εισοδήματος (αύξηση του συντελεστή από 80% σε 100%).
Φορολόγηση εισοδήματος από ακίνητη περιουσία
Η φορολόγηση των ενοικίων θα συνεχίσει να πραγματοποιείται με αυτοτελή τρόπο, σε αντίθεση με τη θέσπιση της ενιαίας κλίμακας φορολόγησης εισοδημάτων για μισθωτούς, συνταξιούχους, αγρότες και για εκείνους που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα (ελεύθεροι επαγγελματίες, ατομικές επιχειρήσεις).
Πιο συγκεκριμένα, ο συντελεστής για ετήσιο εισόδημα από ενοίκια ως 12.000 ευρώ θα ανέλθει στο 15% από 11% που είναι σήμερα, ενώ για εισοδήματα από 12.001 ως 35.000 ευρώ ο φορολογικός συντελεστής θα διαμορφωθεί στο 35% από τον ισχύοντα 33%. Παράλληλα θεσπίζεται ένα επιπλέον φορολογικό κλιμάκιο με συντελεστή 45% (δεν προβλεπόταν στο τρίτο Μνημόνιο – Ν. 4336/2015) για ετήσια εισοδήματα από ακίνητη περιουσία που υπερβαίνουν τα 35.000 ευρώ.
«Θα πληρώνουν περισσότεροι»
Οπως επισημαίνουν οι αναλυτές της ΕΣΕΕ, η συρρίκνωση της έκπτωσης φόρου από τα επίπεδα των 20.000 ευρώ και άνω κατά 10 ευρώ ανά 1.000 ευρώ εισοδήματος από μισθούς, συντάξεις και αγροτική δραστηριότητα ισοδυναμεί στην ουσία με την επέκταση της ισχύος του σε περισσότερα φυσικά πρόσωπα.
Με βάση το παλαιό καθεστώς η χορήγηση του αφορολόγητου ορίου παρεχόταν, με φθίνοντα βεβαίως ρυθμό, σε εκείνους που δήλωναν ετήσια εισοδήματα από μισθούς ή συντάξεις ως 42.000 ευρώ. Από το όριο αυτό και μετά το αφορολόγητο μηδενιζόταν.
Η μη πρόβλεψη ισχύος του αφορολόγητου ορίου για τους ελεύθερους επαγγελματίες συνιστά ένα σημαντικό πισωγύρισμα στην προσπάθεια εξορθολογισμού του φορολογικού συστήματος και δη της φορολογίας εισοδήματος.
Στην περίπτωση που ένας φορολογούμενος έχει εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες αλλά και από επιχειρηματική δραστηριότητα, το συνολικό του εισόδημα θα αθροίζεται και θα φορολογείται με την κλίμακα των μισθωτών αλλά η έκπτωση φόρου (αναλόγως των τέκνων) θα παρέχεται μόνο για το τμήμα του εισοδήματος που προέρχεται από μισθωτές υπηρεσίες.
Ελαφρύνσεις σε ελεύθερους επαγγελματίες
Αναφορικά με τους ελεύθερους επαγγελματίες, ελαφρύνσεις της τάξεως ακόμη και των 840 ευρώ καταγράφονται για εισοδήματα ως τις 32.700 ευρώ. Μετά το σημείο αυτό προκύπτουν επιβαρύνσεις (φόρος και Εισφορά Αλληλεγγύης) σε σύγκριση με το υπό κατάργηση καθεστώς (26% ως τις 50.000 ευρώ και 33% για το υπερβάλλον ποσό).
Οι φοροελαφρύνσεις των επιτηδευματιών στην πραγματικότητα θα ισχύσουν για εκείνους που δηλώνουν χαμηλά εισοδήματα, δεδομένων των επιβαρύνσεων που προκύπτουν από την αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών. Και αυτό γιατί, σύμφωνα με τις προβλέψεις του νέου Ασφαλιστικού, η διασύνδεση του εισοδήματος με την υποχρέωση καταβολής ασφαλιστικών εισφορών (άθροισμα εισφοράς για σύνταξη και ιατροφαρμακευτική δαπάνη ίσο με το 26,95% του δηλωθέντος εισοδήματος) θα αποδειχθεί ευεργετική μόνο για εκείνους τους ελεύθερους επαγγελματίες με εισοδήματα περίπου 10.000-13.500 ευρώ (ανάλογα και με την ασφαλιστική κατηγορία του ΟΑΕΕ όπου εντάσσονται). Εκείνοι που διαθέτουν υψηλότερα εισοδήματα θα επωμιστούν μεγαλύτερα βάρη.