Πρόσωπα

Μοχάμεντ Ελ – Εριάν: Η Κίνα δεν θα γίνει ποτέ η μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο

Η Κίνα δεν αντιμετωπίζει μόνο αναπτυξιακές προκλήσεις, αλλά και σημαντικά οικονομικά ζητήματα, συμπεριλαμβανομένων θυλάκων υψηλού χρέους, που θα μπορούσαν εύκολα να μετατραπούν σε συστημικούς κινδύνους, υποστηρίζει ο γνωστός οικονομολόγος

Μεγάλη είναι η απογοήτευση στις τάξεις των οικονομολόγων και των αναλυτών σε ό,τι αφορά τις οικονομικές επιδόσεις της Κίνας, οι οποίοι ωστόσο ακόμη διατηρούν την πεποίθηση πως η κυβέρνηση θα λάβει, εντέλει, κάποια μέτρα τόνωσης, παρόμοια με αυτά που εφάρμοσε το 2008.

Κάτι τέτοιο, λέει με άρθρο του στους FT ο γνωστός οικονομολόγος – σύμβουλος στην Allianz Μοχάμεντ Ελ – Εριάν, θα αναζωογονούσε την εγχώρια ανάπτυξη και αποκαθιστούσε τη Χώρα του Δράκου ως κινητήριο δύναμη του παγκόσμιου ΑΕΠ. Ωστόσο, το πιο πιθανό σενάριο είναι η συνεχιζόμενη ασθενής ανάπτυξη.

Το πρωταρχικό ερώτημα πολιτικής τώρα είναι πόσο γρήγορα η κυβέρνηση Σι Τζι Πινγκθα απομακρυνθεί από τα μέτρα τόνωσης κινούμενη προς μια ταχύτερη θεμελιώδη αναθεώρηση της αναπτυξιακής στρατηγικής της.

Οι επιδόσεις της Κίνας το 2023 μπορούν να αποδοθούν σε δύο βασικούς παράγοντες: σε μια άτονη ανάκαμψη μετά τη χαλάρωση της πολιτικής «περί μηδενικής Covid» και στις επίμονες και διαρθρωτικές αναπτυξιακές προκλήσεις.

Ο δεύτερος παράγων είναι το αποτέλεσμα της οικονομικής στρατηγικής που ιστορικά βασιζόταν υπερβολικά στην ανάπτυξη της αγοράς ακινήτων, στο αυξημένο τοπικό χρέος, στις αναποτελεσματικές κρατικές επιχειρήσεις, στις χαμηλού επιπέδου μεταποιητικές βιομηχανίες και στις διαδικτυακές πλατφόρμες που κατά κύριο λόγο απευθύνονται στο εγχώριο καταναλωτικό κοινό.

Αυτό το πρόβλημα έχει επιδεινωθεί από διάφορους παράγοντες, όπως η υπερβολική παρέμβαση των ρυθμιστικών αρχών, οι συνεχιζόμενες γεωπολιτικές εντάσεις και οι χαμηλότερες εισροές άμεσων ξένων επενδύσεων.

Υπήρξαν επίσης ανησυχίες για πιθανή αποπληθωριστική παγίδα τύπου Ιαπωνίας – ειδικά υπό το φως της μείωσης των τιμών καταναλωτή και παραγωγού.

Ως αποτέλεσμα, πλέον, οι επενδυτές ρωτούν αν η Κίνα αποτελεί ασφαλή επενδυτικό προορισμό.

Τις τελευταίες εβδομάδες, οι κινεζικές αρχές ανακοίνωσαν μια σειρά μικρών νομισματικών, δημοσιονομικών και ρυθμιστικών μέτρων για την τόνωση της οικονομίας και των αγορών. Αυτά τα μέτρα μέχρι στιγμής θεωρούνται –και σωστά– αποσπασματικά και εφήμερα.

Ωστόσο, πολλοί εξακολουθούν να πιστεύουν ότι τελικά θα συσσωρευτούν σε μια σημαντική κρίσιμη μάζα.

Η αμφισβήτηση

Σύμφωνα με τον Μοχάμεντ Ελ – Εριάν, όμως, υπάρχουν προβλήματα με αυτή την άποψη. Η Κίνα δεν αντιμετωπίζει μόνο αναπτυξιακές προκλήσεις, αλλά και σημαντικά οικονομικά ζητήματα, συμπεριλαμβανομένων θυλάκων υψηλού χρέους, που θα μπορούσαν εύκολα να μετατραπούν σε συστημικούς κινδύνους. Αυτό περιορίζει το πεδίο για παλιομοδίτικα μέτρα στήριξης.

Ειδικότερα η αυξημένη ευαισθησία που περιβάλλει τον προβληματικό τομέα των ακινήτων κάνει τα νοικοκυριά πιο προσεκτικά στις δαπάνες, κάτι που μειώνει περαιτέρω τον παράγοντα «ανάπτυξη». Η ανησυχία για την ανεργία των νέων εντείνεται, και η απόκρυψη των σχετικών στοιχείων από την κυβέρνηση δεν βοηθά την κατάσταση.

Οι προοπτικές για το εξωτερικό εμπόριο και τις επενδύσεις είναι εξίσου προβληματικές. Παράλληλα, υπάρχει αυξανόμενη συνειδητοποίηση ότι η οικονομική και χρηματοπιστωτική αποσύνδεση μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ είναι πιθανό να συνεχιστεί.

Αυτό θα μπορούσε να μειώσει τη συμβολή των εξαγωγών στην ανάπτυξη, να διαταράξει την εισαγωγή κρίσιμων βιομηχανικών εισροών, να υπονομεύσει τις άμεσες ξένες επενδύσεις και να καταστήσει τους επενδυτές χαρτοφυλακίου ακόμη πιο «ζοφερούς».

Αμφισβητείται και η προθυμία των αρχών. Προσεκτική ανάλυση των δηλώσεων της κινεζικής ηγεσίας υποδηλώνει την ανησυχία ότι η μεγάλη εξάρτηση από παραδοσιακά μέτρα τόνωσης θα έθετε σε κίνδυνο την ικανότητα της χώρας να ξεφύγει από την κοινή αναπτυξιακή παγίδα που κολλά την οικονομία σε επίπεδα μεσαίου εισοδήματος.
Αυτή η παγίδα έχει εμποδίσει ήδη πολλές αναπτυσσόμενες χώρες στην προσπάθειά τους να ενταχθούν στις τάξεις των προηγμένων οικονομιών. Από την άλλη, ένα πακέτο στήριξης – μαμούθ θα αύξανε τον κίνδυνο διαφθοράς.

Δημιουργική καταστροφή

Είναι πιθανό οι αρχές να συνεχίσουν να εργάζονται μόνο με μικρά μέτρα τόνωσης, επιδιώκοντας να επικοινωνήσουν καλύτερα την πρόθεσή τους να επιταχύνουν τη μετάβαση σε νέους τομείς ανάπτυξης (όπως η μεταποίηση υψηλότερης προστιθέμενης αξίας, η πράσινη ενέργεια, η υγειονομική περίθαλψη, η τεχνητή νοημοσύνη, οι υπερυπολογιστές και οι επιστήμες της ζωής).

Αυτό το ανανεωμένο μοντέλο ανάπτυξης απαιτεί χρόνο και συνεπάγεται δημιουργική καταστροφή, ειδικά βραχυπρόθεσμα. Επιπλέον, οι αρχές θα πρέπει να εξετάσουν πιο δυναμικά μέτρα αναδιάρθρωσης του χρέους που, αρχικά, μειώνουν επίσης την ανάπτυξη.

Είναι καιρός οι αγορές να αναγνωρίσουν ότι η Κίνα δεν επιστρέφει στον παλιό οικονομικό και χρηματοπιστωτικό της playbook και η επιστροφή της ως ισχυρoύ μοχλού της παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης είναι απίθανη στο εγγύς μέλλον. Οι οικονομικές επιδόσεις είναι πιθανό να παραμείνουν χαμηλές για το υπόλοιπο του 2023 και το πρώτο εξάμηνο του 2024. Κοιτάζοντας πέρα από αυτήν την περίοδο, οι προοπτικές επίσης δεν είναι καθησυχαστικές.

Η διαδικασία αναπροσανατολισμού της κινεζικής οικονομίας ενόψει των συνεχιζόμενων γεωπολιτικών εντάσεων και της πολυπλοκότητας της οικοδόμησης μιας εναλλακτικής διεθνούς τάξης θέτει σημαντικά εμπόδια. Οι αρχές θα πρέπει επίσης να ξεπεράσουν την πλέον κλίση τους προς συγκεντρωτισμό και, αντ’ αυτού, να επιτρέψουν, αλλά όχι να μικροδιαχειριστούν την εμφάνιση ισχυρών μηχανών ανάπτυξης του ιδιωτικού τομέα. «Παρά τα όσα μπορεί να συνεχίσουν να σας λένε πολλοί, δεν είναι πλέον δεδομένο ότι η Κίνα θα γίνει η μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο» καταλήγει ο Ελ – Εριάν.

googlenews

Ακολουθήστε το financialreport.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

close menu