Οικονομία

ΙΟΒΕ: Στο 1,5% ή και χαμηλότερα ο ρυθμός ανάπτυξης το 2017

Ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας το 2017, ηπιότερη όμως της αναμενόμενης, προβλέπει το Ινστιτούτο Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) στην πρώτη έκθεση που δημοσιεύει για το τρέχον έτος. Κάνει παράλληλα λόγο και για υπερφορολόγηση, για κίνδυνο εξάντλησης της φοροδοτικής δυνατότητας αλλά και για την κρισιμότητα των επόμενων εβδομάδων-μηνών για την πορεία της χώρας.

Ειδικότερα, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΙΟΒΕ ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας το 2017 θα διαμορφωθεί περίπου στο 1,5%, ίσως και λίγο χαμηλότερα.
 
 
Το ΙΟΒΕ αναφέρει ότι οι αποφάσεις που θα ληφθούν  εντός της χώρας, τους επόμενους μήνες “είναι ιδιαίτερα κρίσιμες καθώς δυνητικά μπορούν να σηματοδοτήσουν την απαρχή ενός αναπτυξιακού κύκλου ή, εναλλακτικά, της παράτασης της στασιμότητας και, συνακόλουθα, την ένταση των κινδύνων ιδίως καθώς θα πλησιάζει η λήξη του τρέχοντος προγράμματος”.
 
Από το ασφαλιστικό τροφοδοτήθηκε το υπερπλεόνασμα
 
Εκτιμά επίσης ότι υπάρχει υπερβολική επιβάρυνση αλλά και εξάντληση της φοροδοτικής ικανότητας. “Το πλεόνασμα (του 2016) προέρχεται σε ένα μεγάλο μέρος από τις παρεμβάσεις στο ασφαλιστικό σύστημα (τόσο τη μείωση του επιπέδου των συντάξεων, όσο και την αύξηση των εισφορών) και κατά ένα άλλο από την αύξηση των φορολογικών εσόδων. Προκύπτει πως αν έχει εφαρμοστεί ηπιότερη φορολογία ιδίως όσον αφορά τη δημιουργία νέου εισοδήματος, ο ρυθμός ανάπτυξης για το περασμένο έτος θα ήταν θετικός” επισημαίνεται.

Το ΙΟΒΕ προσθέτει ότι  “η υπερβολική φορολογική και ασφαλιστική επιβάρυνση της εργασίας και της επιχειρηματικότητας, όπως και στρεβλωτικοί φόροι στην αγορά ακινήτων, προκαλούν σωρευτικά σημαντική επιβάρυνση της οικονομικής δραστηριότητας και οδηγούν σε συρρίκνωση της παραγωγικής βάσης. Άρα ο εξορθολογισμός τους πρέπει να είναι προτεραιότητα”.

Αναφορικά με τις δημοσιονομικές εξελίξεις, το ΙΟΒΕ αναφέρει ότι “η βασική ανησυχία προκύπτει λόγω της σταδιακής εξάντλησης του αποθέματος φοροδοτικής ικανότητας των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων. Συνεπώς, η επίτευξη των στόχων στην πλευρά των εσόδων για την τρέχουσα και τις αμέσως επόμενες χρονιές, θα εξαρτηθεί άμεσα από την επίτευξη ρυθμών ανάπτυξης”.
 
Σήμα κινδύνου για οπισθοδρόμηση
 
“Ο κίνδυνος που υπάρχει σήμερα είναι πως, χωρίς πραγματική ισχυρή στήριξη για την οικοδόμηση μιας ανταγωνιστικής οικονομίας, μια πρόσκαιρη ανάκαμψη στο τρέχον έτος και επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων μπορεί να οδηγήσει όχι μόνο σε εφησυχασμό αλλά και σε οπισθοδρόμηση” αναφέρει ο ΙΟΒΕ.

Όπως εξηγεί, “σε απόλυτη συνάφεια, από το εξωτερικό της χώρας υπάρχει ο κίνδυνος το πλεόνασμα να παρερμηνευθεί ως τελική απόδειξη επιτυχίας του προγράμματος και ότι άρα δεν χρειάζεται υποστήριξη των δομικών μεταρρυθμίσεων ή περαιτέρω διασφάλιση της εξυπηρέτησης του χρέους. Συνυπολογίζοντας, τις επιμέρους εξελίξεις, η δημοσιονομική εξισορρόπηση που εκ νέου επιτυγχάνεται αποτελεί δίκοπο σπαθί. Αν συνδυαστεί με μια πολιτική προσέλκυσης επενδύσεων, μείωση του βάρους του κράτους και συστηματικού ανοίγματός της, η οικονομία θα γυρίσει σελίδα και θα βγει από την κρίση, με βελτιωμένα δομικά χαρακτηριστικά. Αν όμως θεωρηθεί πως η αύξηση της φορολογίας αποτελεί υποκατάστατο για τη βελτίωση των δομικών χαρακτηριστικών και των απαραίτητων τομών, τότε θα πρέπει να αναμένεται μεσοπρόθεσμα περαιτέρω συρρίκνωση της παραγωγικής βάσης, απομάκρυνση της προοπτικής εξόδου στις αγορές και βαθύτερη ύφεση. Άλλωστε, έχει επισημανθεί ότι συστηματικά, από την αρχή του προγράμματος, έχει δοθεί πολύ μεγαλύτερη έμφαση στα δημοσιονομικά μέτρα παρά στα δομικά, με κοινή ευθύνη αυτών που τα σχεδίαζαν και εφάρμοζαν. Οι σχετικές επιλογές θα εξελιχθούν στους επόμενους μήνες, με το αποτέλεσμα να διαφαίνεται προς το τέλος του έτους. Σε κάθε περίπτωση, κλειδί για την κρίσιμη αυτή επιλογή και για τη δρομολόγηση ενδεχόμενων θετικών εξελίξεων αποτελεί η αύξηση της αξιοπιστίας του προγράμματος που ακόμη κινείται σε χαμηλά επίπεδα”.
 
Μείωση ανεργίας

Εκτιμά, επίσης, νέα πτώση της ανεργίας το τρέχον έτος, μικρότερης έκτασης από την περυσινή.

Ειδικότερα, κατόπιν της νέας υποχώρησης της ανεργίας στο τελευταίο τρίμηνο του 2016, αυτή διαμορφώθηκε στο σύνολό του στο 23,5% του εργατικού δυναμικού, 1,4 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερα από ό,τι στο προηγούμενο έτος. Το μέσο ποσοστό ανεργίας πέρυσι ήταν το μικρότερο της τελευταίας πενταετίας.

Η ανεργία θα περιοριστεί εκ νέου το 2017, για τέταρτο συνεχόμενο έτος. Όμως η κάμψη της, σύμφωνα πάντα με το ΙΟΒΕ, θα είναι λίγο μικρότερη από πέρυσι, λίγο μεγαλύτερη από μια ποσοστιαία μονάδα (22,2%).

Επίσης, εκτιμά αύξηση τιμών κυρίως από άνοδο τιμής πετρελαίου και έμμεσους φόρους το 2017. Στο πρώτο τρίμηνο του 2017 ο γενικός δείκτης Τιμών Καταναλωτή αυξήθηκε για πρώτη φορά έπειτα από σχεδόν τέσσερα έτη, κατά 1,4%, ενώ ένα χρόνο νωρίτερα υποχωρούσε, κατά 0,9%.

Όπως αναφέρεται στην τριμηνιαία έκθεση του ΙΟΒΕ, η πρόοδος στις διαπραγματεύσεις για τη δεύτερη αξιολόγηση υλοποίησης του τρίτου Μνημονίου παραμένει στο επίκεντρο των πολιτικοοικονομικών εξελίξεων εγχωρίως και στο αρχικό τετράμηνο του 2017. Η διαδικασία της αξιολόγησης είναι για ακόμα μια φορά παρατεταμένη, γεγονός που έχει τις συνέπειες που είχε και στο παρελθόν, όπως η όξυνση της αβεβαιότητας εγχωρίως και διεθνώς για το αποτέλεσμά της, η αναβολή αποφάσεων από τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις έως ότου οριστικοποιηθούν τα νέα δημοσιονομικά μέτρα και οι μεταρρυθμίσεις, καταστάσεις με αρνητικές επενέργειες στην οικονομική δραστηριότητα, αναφέρει το ΙΟΒΕ.

Ωστόσο, καθώς τα νέα δημοσιονομικά μέτρα θα αφορούν στη διετία 2019 – 2020, όπως αποφασίστηκε στo Eurogroup της 7ης Απριλίου, δεν θα προκύψουν πρόσθετες επιβαρύνσεις για το 2017, αναφέρει το ΙΟΒΕ και επισημαίνει ότι οι επιδράσεις στο προσεχές χρονικό διάστημα από τις πολιτικές οι οποίες θα αποφασιστούν στο πλαίσιο της δεύτερης αξιολόγησης, αναμένεται να προέλθουν από τις διαρθρωτικές αλλαγές. Οι πλέον σημαντικές θα αφορούν στην αγορά εργασίας (συλλογικές διαπραγματεύσεις, ομαδικές απολύσεις), οι οποίες προς το παρόν δεν έχουν οριστικοποιηθεί.

Σημαντικές θεωρούνται σύμφωνα με το ΙΟΒΕ και οι μεταρρυθμίσεις στο ρυθμιστικό πλαίσιο για την άσκηση οικονομικής δραστηριότητας σε τρεις τομείς (τρόφιμα – ποτά, τουριστικά καταλύματα, καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος – θέατρα – κινηματογράφοι), στον πτωχευτικό κώδικα, ο νέος χωρικός σχεδιασμός, οι οποίες ήδη έχουν νομοθετηθεί.

Οι ευνοϊκές επιδράσεις τους θα γίνουν αισθητές εφόσον ομαλοποιηθεί το πολιτικοοικονομικό περιβάλλον, εξέλιξη η οποία συσχετίζεται κυρίως με την εφαρμογή του Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής και των μεσοπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης του δημόσιου χρέους, αναφέρει το ΙΟΒΕ.

Η πλέον σημαντική αρνητική επενέργεια των παρατεταμένων διαπραγματεύσεων, σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, είναι η αναβολή της απόφασης σχετικά με την ένταξη ή όχι της Ελλάδας στο μηχανισμό ποσοτικής χαλάρωσης (Q-E) της Ευρωπαϊκής Τράπεζας (ΕΚΤ), το οποίο έχει παραταθεί έως το τέλος του 2017.

Όπως έχει επισημανθεί σε προηγούμενες τριμηνιαίες εκθέσεις του ΙΟΒΕ, μια ένταξη της Ελλάδας στο μηχανισμό ποσοτικής χαλάρωσης θα ενισχύσει τη ρευστότητα των τραπεζών και θα τονώσει την εμπιστοσύνη στην ευρωστία τους. Προς το παρόν, κυρίως λόγω της αβεβαιότητας που προξενεί η πολύμηνη διαπραγματευτική διαδικασία, σημειώνεται νέα εκροή καταθέσεων, παρά τους συνεχιζόμενους περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων.

Στο τέλος του περασμένου Φεβρουαρίου, οι καταθέσεις επιχειρήσεων και νοικοκυριών έφθαναν τα 119,1 δισεκ. ευρώ, επίπεδο που είναι το χαμηλότερο από τον Οκτώβριο του 2001.Την επιφυλακτικότητα των καταθετών συντηρεί και η αναμονή των δυνατοτήτων διευθέτησης των “κόκκινων” δανείων, συμπεριλαμβανομένου του εξωδικαστικού συμβιβασμού, αναφέρει το ΙΟΒΕ.

Οι πιέσεις στη διαθεσιμότητα κεφαλαίων του τραπεζικού συστήματος έχουν οδηγήσει σε κλιμάκωση της πιστωτικής συρρίκνωσης στο πρώτο δίμηνο του τρέχοντος έτους. Εφόσον ολοκληρωθεί επιτυχώς η αξιολόγηση και λάβουν χώρα θετικές εξελίξεις για τον τραπεζικό τομέα (Q-E, καινούργιες διοικήσεις), προβλέπεται ότι η επιστροφή των καταθέσεων θα είναι σταδιακή, με αργό ρυθμό. Καθώς δεν αναμένεται σημαντική αύξηση των καταθέσεων, σε περίπτωση ένταξης στην ποσοτική χαλάρωση τα οποία οφέλη μάλλον θα αξιοποιηθούν κυρίως για την ενίσχυση της κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών, ενόψει και του επόμενου τακτικού πανευρωπαϊκού stress test από την ΕΚΤ τον Ιανουάριο του 2018, επισημαίνεται επίσης στην έκθεση.

Αναφορικά με την ιδιωτική κατανάλωση κατά το τρέχον έτος σύμφωνα με το ΙΟΒΕ αναμένεται να είναι η ήπια αύξησή της, κατά 1,2%.

Στο πεδίο των επενδύσεων, μεγαλύτερο πρόσκομμα στην υλοποίησή τους θα αποτελέσει για ακόμα ένα έτος η στενότητα πηγών χρηματοδότησης, τόσο από τον ιδιωτικό όσο και από το δημόσιο τομέα. Η διεύρυνση των σχετικών επιλογών συνδέεται κυρίως με την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, η οποία θα επιτρέψει την εξέταση της ένταξης στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ. Υπό τις ποικίλες επιδράσεις των παραγόντων οι οποίοι επηρεάζουν τις επενδύσεις, κυρίως από επενδύσεις σε μεταποιητικούς κλάδους και στον Τουρισμό και από το θετικό τεχνικό αποτέλεσμα της μεταβολής των αποθεμάτων, αυτές αναμένεται να διευρυνθούν φέτος, κατά 10 με 12%.

Επίσης το ΙΟΒΕ εκτιμά ότι η ισχυρή ανοδική δυναμική των εξαγωγών υπηρεσιών αναμένεται να οδηγήσει σε αύξηση το σύνολο των εξαγωγών, κατά 5%- -5,5%.
Σημαντική υπέρβαση στόχων του Προϋπολογισμού το 2016

Όπως αναφέρει το ΙΟΒΕ σύμφωνα με την πρώτη κοινοποίηση δημοσιονομικών στοιχείων για το 2016 από την ΕΛ.ΣΤΑΤ. στη Eurostat, στο πλαίσιο της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος, το πρωτογενές ισοζύγιο Γενικής Κυβέρνησης ήταν ιδιαίτερα θετικό, της τάξης των 6,94 δισεκ. ευρώ (ή 3,9% του ΑΕΠ),έναντι στόχου 2,25 δισεκ. ευρώ ή (1,3% του ΑΕΠ) στον Προϋπολογισμό του 2017.

Το γενικό ισοζύγιο της Γενικής Κυβέρνησης επίσης ήταν πλεονασματικό, κατά 1,3 δισεκ. (ή 0,7% του ΑΕΠ), για πρώτη φορά τουλάχιστον από το 1995, έτος από το οποίο υπάρχουν στοιχεία βάσει της μεθοδολογίας της Eurostat. Η αντίστοιχη εκτίμηση στον Προϋπολογισμό του τρέχοντος έτους ήταν για έλλειμμα, ύψους 3,8 δισεκ. (2,2% του ΑΕΠ).

Αναφορικά με την υλοποίηση του Κρατικού Προϋπολογισμού 2017 το ΙΟΒΕ διαπιστώνει επιδείνωση σε σχέση με πέρυσι, ωστόσο επίτευξη των στόχων.

Ειδικότερα από τα διαθέσιμα, προσωρινά στοιχεία εκτέλεσης του Κρατικού Προϋπολογισμού στο πρώτο τρίμηνο φέτος, προκύπτει σημαντική επιδείνωση σε σχέση με το 2016. Το έλλειμμά του διαμορφώθηκε σε 1.367 εκατ. ευρώ έναντι 595 εκατ. ευρώ το αντίστοιχο τρίμηνο πέρυσι, ενώ το πρωτογενές πλεόνασμα περιορίστηκε σχεδόν κατά 800 εκατ., σε 1,07 δισεκ. ευρώ. Από την άλλη πλευρά, τα αποτελέσματα του τριμήνου είναι ελαφρώς καλύτερα σε σχέση με τους τριμηνιαίους στόχους, για έλλειμμα 1.408 εκατ. ευρώ και πρωτογενές πλεόνασμα 992 εκατ. Η επιδείνωση έναντι της προηγούμενης χρονιάς οφείλεται αποκλειστικά στην πλευρά των εσόδων.

googlenews

Ακολουθήστε το financialreport.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Οικονομία

close menu