Οικονομία

ΙΝΕ ΓΣΕΕ – αγορά εργασίας: Εποχικές δουλειές, υπερωρίες και χαμηλές απολαβές

Τόσο τα τελευταία χρόνια όσο και τα επόμενα, η εγχώρια αγορά εργασίας χαρακτηρίζεται από υστέρηση στη δημιουργία καλά αμειβόμενων θέσεων εργασίας καθώς και θέσεων υψηλών προσόντων όπως Διευθυντές και Επαγγελματίες

Η αύξηση της απασχόλησης στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια έχει, κατά κύριο λόγο, προέλθει από κλάδους που χαρακτηρίζονται από εποχικότητα, χαμηλή παραγωγικότητα, υψηλό αριθμό εργάσιμων ωρών και χαμηλές απολαβές επισημαίνει το ΙΝΕ της ΓΣΕΕ, στην έκθεσή του για την ελληνική οικονομία και αγορά εργασίας.

Η ελληνική οικονομία υστερεί σημαντικά στη δημιουργία υψηλά αμειβόμενων θέσεων εργασίας, με αυτές να περιορίζονται κατά κύριο λόγο στον κλάδο της βιομηχανίας. Η πλειονότητα των νέων θέσεων εργασίας χαρακτηρίζεται από χαμηλούς μισθούς, σε κλάδους οι οποίοι σε όρους απασχόλησης έχουν ανακάμψει, αλλά σε όρους προστιθέμενης αξίας υστερούν.

Αυτό συνεπάγεται -σύμφωνα με το ΙΝΕ ΓΣΕΕ- ότι πρόκειται για εργασία χαμηλής παραγωγικότητας ανά εργαζόμενο, καθώς απασχολούνται περισσότεροι εργαζόμενοι σε σχέση με το 2009 για να παραγάγουν χαμηλότερη συγκριτικά προστιθέμενη αξία.

Οι μόνοι κλάδοι που ο μέσος ονομαστικός μισθός βρίσκεται υψηλότερα από τα επίπεδα του 2009 είναι η «Βιομηχανία εκτός κατασκευών» και οι «Επαγγελματικές, τεχνικές και επιστημονικές δραστηριότητες».

«Η αύξηση της απασχόλησης σε εμπόριο, μεταφορές, καταλύματα και εστίαση ενισχύει το φαινόμενο δυϊσμού, ειδικά όταν ο κλάδος της μεταποίησης έχει ανακάμψει σε όρους προστιθέμενης αξίας, αλλά υστερεί σε όρους απασχόλησης σε σχέση με το 2009» επισημαίνει το Ινστιτούτο.

Ο δυισμός της αγοράς εργασίας είναι ιδιαίτερα εμφανής από το γεγονός ότι ο κλάδος «Δραστηριότητες παροχής υπηρεσιών καταλύματος και εστίασης» έχει τα υψηλότερα ποσοστά προσωρινής απασχόλησης, αλλά και εργάσιμης εβδομάδας άνω των 48 ωρών. Αντίθετα, οι κλάδοι υψηλής προστιθέμενης αξίας, όπως η «Μεταποίηση» και οι «Επαγγελματικές, τεχνικές και επιστημονικές δραστηριότητες», χαρακτηρίζονται από τον συνδυασμό μόνιμης απασχόλησης και συγκριτικά λιγότερων ωρών εβδομαδιαίας απασχόλησης.

Καθηλωμένοι οι μισθοί – Χάνουν την αξία τους

Ωστόσο, διαπιστώνει πως παρά την ανάκαμψη (μετά την πανδημία) οι μισθοί βρίσκονται σε παρόμοια επίπεδα με το 2019, εντείνοντας με επιταχυνόμενο ρυθμό την απόκλιση της χώρας μας από τον μέσο όρο της ΕΕ-27.

Τα τελευταία 2 χρόνια οι ονομαστικοί μισθοί στην Ελλάδα είχαν το περιθώριο να αυξηθούν σημαντικά, κατά 6,9% και 10,1% αντίστοιχα ανά έτος, χωρίς να μεταβάλουν τη διανομή εισοδήματος. Ωστόσο, ο πραγματικός μέσος μισθός παρουσίασε σημαντική μείωση, η οποία το 2022 έφτασε το 8,7% σε σχέση με το 2021.

Αυτή η εξέλιξη οδήγησε σε διανεμητικό κενό σε βάρος του κόσμου της εργασίας, της τάξης του 8,4% το 2021 και 9,5% το 2022 και σε μείωση του εισοδηματικού μεριδίου των μισθών στο ΑΕΠ στο 47,5% το 2022.

Ταυτόχρονα η ποιότητα εργασίας στη χώρα μας είναι η χαμηλότερη μεταξύ των χωρών- μελών της ΕΕ-27. Η Ελλάδα σημειώνει τη χειρότερη επίδοση σε χαρακτηριστικά όπως ο χρόνος εργασίας και η ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής και από τις χαμηλότερες επιδόσεις στη συλλογική εκπροσώπηση, την επαγγελματική εξέλιξη και την ποιότητα του εισοδήματος.

googlenews

Ακολουθήστε το financialreport.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

close menu