Οικονομία

Η Fitch υποβάθμισε την οικονομία των ΗΠΑ – «Αυθαίρετη η υποβάθμιση», λέει ο Λ. Οίκος

Ο δεύτερος οίκος που υποβαθμίζει τις Ηνωμένες Πολιτείες μετά την Standard & Poor's το 2011 - «Είναι αυθαίρετη και βασισμένη σε παρωχημένα στοιχεία», σχολίασε η ΥΠΟΙΚ, Τζάνετ Γέλεν

Η Fitch Ratings υποβάθμισε τη μακροπρόθεσμη πιστοληπτική ικανότητα της οικονομίας των ΗΠΑ σε AA+ από AAA την Τρίτη 1η Αυγούστου, υποδεικνύοντας ότ αναμένεται δημοσιονομική επιδείνωση τα επόμενα τρία χρόνια, λόγω της γενικότερης επιβάρυνσης του χρέους.

«Οι επανειλημμένες πολιτικές αντιπαραθέσεις για το όριο χρέους και τα ψηφίσματα της τελευταίας στιγμής έχουν διαβρώσει την εμπιστοσύνη στη δημοσιονομική διαχείριση», δήλωσε ο οίκος αξιολόγησης Fitch.

Τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης των μετοχών και συγκεκριμένα του δείκτη Dow Jones άνοιξαν χαμηλότερα μετά την υποβάθμισή από τον οίκο αξιολόγησης, κατά περίπου 100 μονάδες.

Ηταν ένα βήμα που ακρετοί αναλυτές το ανέμεναν, δεδομένου ότι τον περασμένο Μάιο, ο οίκος Fitch είχε χτυπήσει το καμπανάκι, θέτοντας την αξιολόγηση AAA σε αρνητική παρακολούθηση, με αφορμή τη διαμάχη για το ανώτατο όριο του χρέους. Εκείνη την εποχή, οι νομοθέτες στην Ουάσιγκτον είχαν αμφισβητήσει μια συμφωνία που θα εμπόδιζε την ομοσπονδιακή κυβέρνηση να ξεμείνει από χρήματα. Ο Πρόεδρος Τζο Μπάιντεν υπέγραψε το νομοσχέδιο για το ανώτατο όριο του χρέους στις 2 Ιουνίου, λίγες μέρες πριν από το «X-date» στις 5 Ιουνίου.

«Κατά την άποψη του οίκου Fitch, υπήρξε μια σταθερή επιδείνωση των προτύπων διακυβέρνησης τα τελευταία 20 χρόνια, συμπεριλαμβανομένων των δημοσιονομικών, παρά τη διακομματική συμφωνία του Ιουνίου για αναστολή του ορίου χρέους μέχρι τον Ιανουάριο του 2025», ανέφερε ο οίκος αξιολόγησης.

Η Fitch τόνισε επίσης το αυξανόμενο έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης, το οποίο αναμένει ότι θα αυξηθεί στο 6,3% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος το 2023, από 3,7% το 2022. Ο νόμος περί δημοσιονομικής ευθύνης προσφέρει μόνο μια μέτρια βελτίωση στις μεσοπρόθεσμες δημοσιονομικές προοπτικές», ανέφερε η Fitch.

Ο οργανισμός σημείωσε επίσης ότι ένας συνδυασμός αυστηρότερων πιστωτικών όρων, αποδυνάμωσης των επιχειρηματικών επενδύσεων και επιβράδυνσης της κατανάλωσης θα μπορούσε να οδηγήσει την οικονομία σε μια «ήπια» ύφεση το τέταρτο τρίμηνο του 2023 και το πρώτο τρίμηνο του επόμενου έτους.

Ο Λευκός Οίκος διαφώνησε με την υποβάθμιση της Fitch. «Αψηφά την πραγματικότητα η υποβάθμιση των Ηνωμένων Πολιτειών σε μια στιγμή που ο Πρόεδρος Μπάιντεν έχει επιτύχει την ισχυρότερη ανάκαμψη από οποιαδήποτε άλλη μεγάλη οικονομία στον κόσμο», δήλωσε η εκπρόσωπος Τύπου Καρίν Ζαν-Πιερ.

Η υπουργός Οικονομικών Τζάνετ Γέλεν απάντησε στην υποβάθμιση, χαρακτηρίζοντάς την «αυθαίρετη» και «ξεπερασμένη». «Διαφωνώ έντονα με την απόφαση του Fitch Ratings. Η μεταβολή (…) είναι αυθαίρετη και βασισμένη σε παρωχημένα στοιχεία», τόνισε η κυρία Γέλεν, αναφέρει δελτίο Τύπου που δημοσιοποιήθηκε από τις υπηρεσίες της.

Οι αγορές ομολόγων ήταν κλειστές τη στιγμή της ανακοίνωσης.

Αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που ένας οίκος αξιολόγησης υποβάθμισε την οικονομία των ΗΠΑ. Ο αμερικανικός οίκος αξιολόγησης Standard & Poor’s μείωσε την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας σε AA+ από AAA το 2011, αφού η Ουάσιγκτον κατάφερε να αποφύγει μια χρεοκοπία. Εκείνη την εποχή, ο οργανισμός τόνισε τον πολιτικό κίνδυνο ως μέρος του συλλογισμού του.

Πλέον δύο οίκοι αξιολόγησης έχουν υποβαθμίσει την αμερικανική οικονομία και αυτό μπορεί να έχει επίπτωση στα ομόλογα. Μέχρι τώρα, η συνολική αξιολόγηση δεν θεωρείτο ως υποβάθμιση, διότι οι δύο από τις τρεις οίκους είχαν την υψηλότερη βαθμολογία. Πλέον έχει συβμεί τι αντίθετο και η αμερικανική οικονομία δεν έχει την υψηλότερη αξιολόγηση.

Αναλυτικά η έκθεση του οίκου αναφέρει:

Έλλειμμα διακυβέρνησης: Κατά την άποψη της Fitch, τα τελευταία 20 χρόνια υπήρξε σταθερή επιδείνωση των προτύπων διακυβέρνησης, συμπεριλαμβανομένων των δημοσιονομικών θεμάτων και ζητήματος του χρέους, παρά τη διακομματική συμφωνία του Ιουνίου για αναστολή του ορίου του έως τον Ιανουάριο του 2025.

Σε κάθε περίπτωση, οι πολιτικές αντιπαραθέσεις και οι ψηφοφορίες της τελευταίας στιγμής έχουν διαβρώσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών σε ό,τι αφορά τη δημοσιονομική διαχείριση.

Επιπλέον, η κυβέρνηση των ΗΠΑ στερείται μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού πλαισίου, σε αντίθεση με τους περισσότερες οικονομίες, και ακολουθεί μια περίπλοκη διαδικασία σε ό,τι αφορά την κατάρτιση του προϋπολογισμού της.

Αυτοί οι παράγοντες, μαζί με αρκετούς οικονομικούς κραδασμούς, καθώς και φορολογικές περικοπές και νέες πρωτοβουλίες για ανάληψη δαπανών, συνέβαλαν σε διαδοχικές αυξήσεις χρέους την τελευταία δεκαετία.

Επιπλέον, δεν έχει σημειωθεί ιδιαίτερη πρόοδος ως προς την αντιμετώπιση μεσοπρόθεσμων προκλήσεων που σχετίζονται με την αύξηση του κόστους κοινωνικής ασφάλισης και του Medicare λόγω της γήρανσης του πληθυσμού.

Αυξανόμενα ελλείμματα γενικής κυβέρνησης: Σύμφωνα με τη Fitch, το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης (GG) θα αυξηθεί στο 6,3% του ΑΕΠ το 2023, από 3,7% το 2022, αντανακλώντας κυκλικά ασθενέστερα ομοσπονδιακά έσοδα, νέες πρωτοβουλίες ανάληψης δαπανών και υψηλότερη επιβάρυνση από τόκους.
Επιπλέον, οι πολιτειακές και τοπικές κυβερνήσεις αναμένεται να παρουσιάσουν συνολικό έλλειμμα 0,6% του ΑΕΠ φέτος μετά από μικρό πλεόνασμα 0,2% του ΑΕΠ το 2022.

Οι περικοπές στις μη αμυντικές προαιρετικές δαπάνες (15% των συνολικών ομοσπονδιακών δαπανών) όπως συμφωνήθηκε στο Fiscal Responsibility Act προσφέρουν μόνο μια μέτρια βελτίωση στις μεσοπρόθεσμες δημοσιονομικές προοπτικές, με σωρευτική εξοικονόμηση 1,5 τρισεκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ (3,9% του ΑΕΠ) έως το 2033, σύμφωνα με το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου.

Ο βραχυπρόθεσμος αντίκτυπος του νόμου εκτιμάται σε 70 δισ. δολ. (0,3% του ΑΕΠ) το 2024 και 112 δισ. δολ. (0,4% του ΑΕΠ) το 2025.

Η Fitch δεν αναμένει άλλα μέτρα δημοσιονομικής εξυγίανσης πριν από τις εκλογές του Νοεμβρίου 2024.
Ο οίκος Fitch προβλέπει έλλειμμα 6,6% το 2024 και περαιτέρω διεύρυνση στο 6,9% το 2025.
Τα μεγαλύτερα ελλείμματα θα προκληθούν από την αδύναμη αύξηση του ΑΕΠ το 2024, την υψηλότερη επιτοκιακή επιβάρυνση και τα ελλείμματα των κρατικών και τοπικών κυβερνήσεων κατά 1,2% το 2024-2025 (σύμφωνα με τον ιστορικό μέσο όρο της 20ετίας).

Ο λόγος τόκων προς έσοδα αναμένεται να φτάσει στο 10% έως το 2025 (έναντι 2,8% για τη διάμεση τιμή των χωρών με «AA» και 1% για τη διάμεση τιμή των χωρών με «ΑΑΑ») λόγω του υψηλότερου επιπέδου χρέους, καθώς και των σταθερά υψηλότερων επιτοκίων σε σύγκριση με τα προπανδημικά επίπεδα.

Αύξηση χρέους Γενικής Κυβέρνησης: Τα χαμηλότερα ελλείμματα και η υψηλή αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ μείωσαν τον λόγο χρέους προς ΑΕΠ τα τελευταία δύο χρόνια από το υψηλό του 122,3% το 2020.

Ωστόσο, το χρέος, που είναι στο 112,9%, εξακολουθεί να είναι πολύ πάνω από τα προ της πανδημίας επίπεδα του 2019 (100,1%).

Ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ προβλέπεται να αυξηθεί κατά την προβλεπόμενη περίοδο, φθάνοντας στο 118,4% έως το 2025, ενώ είναι πάνω από δυόμισι φορές υψηλότερος από τη διάμεσο χωρών με «ΑΑΑ» (39,3%) και από τον διάμεσο χωρών με «ΑΑ» (44,7%).

Οι μακροπρόθεσμες προβλέψεις του οίκου Fitch προβλέπουν πρόσθετες αυξήσεις χρέους/ΑΕΠ, κάτι που θα αυξήσει την ευπάθεια της δημοσιονομικής θέσης των ΗΠΑ σε μελλοντικούς οικονομικούς κραδασμούς.

Μεσοπρόθεσμες δημοσιονομικές προκλήσεις που δεν έχουν αντιμετωπιστεί: Την επόμενη δεκαετία, τα υψηλότερα επιτόκια και το αυξανόμενο απόθεμα χρέους θα αυξήσουν την επιβάρυνση των τόκων, ενώ η γήρανση του πληθυσμού και το αυξανόμενο κόστος υγειονομικής περίθαλψης θα αυξήσουν τις δαπάνες για τους ηλικιωμένους αν δεν υπάρξουν μεταρρυθμίσεις σε δημοσιονομικό επίπεδο.

Το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου (CBO) προβλέπει ότι το κόστος των τόκων θα διπλασιαστεί έως το 2033, στο 3,6% του ΑΕΠ. Εκτιμά επίσης αύξηση των υποχρεωτικών δαπανών για Medicare και κοινωνική ασφάλιση κατά 1,5% του ΑΕΠ κατά την ίδια περίοδο.

Το CBO προβλέπει ότι το ταμείο Κοινωνικής Ασφάλισης θα εξαντληθεί έως το 2033 και το Ταμείο Νοσοκομειακής Ασφάλισης (χρησιμοποιείται για την πληρωμή των παροχών στο Μέρος Α του Medicare) θα εξαντληθεί έως το 2035 σύμφωνα με τους ισχύοντες νόμους, γεγονός που θέτει πρόσθετες προκλήσεις για τη δημοσιονομική τροχιά που έχουν πάρει οι ΗΠΑ – εκτός εάν υλοποιηθούν έγκαιρα διορθωτικά μέτρα.

Επιπλέον, οι φορολογικές περικοπές του 2017 πρόκειται να λήξουν το 2025, αλλά είναι πιθανό να υπάρξει πολιτική πίεση για να μονιμοποιηθούν, όπως συνέβαινε στο παρελθόν, με αποτέλεσμα υψηλότερες προβλέψεις για το έλλειμμα.

Η οικονομία θα διολισθήσει σε ύφεση: Σύμφωνα με τις προβλέψεις του Fitch, οι αυστηρότεροι πιστωτικοί όροι, η αποδυνάμωση των επιχειρηματικών επενδύσεων και η επιβράδυνση της κατανάλωσης θα ωθήσουν την οικονομία των ΗΠΑ σε ήπια ύφεση το δ’ τρίμηνο του 2023 και το πρώτο τρίμηνο του 2024.

Ο οίκος βλέπει την ετήσια αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ των ΗΠΑ να επιβραδύνεται στο 1,2% φέτος από 2,1% το 2022 και συνολική ανάπτυξη μόλις 0,5% το 2024.

Οι κενές θέσεις εργασίας παραμένουν υψηλότερες και το ποσοστό συμμετοχής στην εργασία εξακολουθεί να είναι χαμηλότερο (κατά 1 π.μ.) από ό,τι πριν από την πανδημία, πράγματα τα οποία θα μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά τη μεσοπρόθεσμη δυνητική ανάπτυξη.

googlenews

Ακολουθήστε το financialreport.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

close menu