Αγορές

Φθηνός δανεισμός, τέλος! Στο 2,25% το 10ετές ομόλογο του ελληνικού δημοσίου…

Η χθεσινή συνέντευξη Τύπου της Κριστίν Λαγκάρντ όχι μόνο δεν έβαλε φρένο στα σενάρια για αυξήσεις επιτοκίων μέσα στο 2022, αλλά τους έδωσε ισχυρή ώθηση, θέτοντας τα κρατικά ομόλογα της Ελλάδας και άλλων χωρών της περιφέρειας σε κλοιό ισχυρών πιέσεων. Οι traders στις χρηματαγορές ποντάρουν πλέον σε αύξηση του καταθετικού επιτοκίου του ευρώ κατά 50 μονάδες βάσης έως τον Δεκέμβριο. Και οι κυβερνήσεις προσπαθούν να επισπεύσουν τα σχέδιά τους για δανεισμό από τις αγορές, θέλοντας να προλάβουν μία ραγδαία αύξηση στο κόστος. 

Έτσι, ραγδαίες ήταν οι αντιδράσεις των επενδυτών στην αγορά ομολόγων μετά τις δηλώσεις της προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας την Πέμπτη, με τους επενδυτές να προεξοφλούν εντός του 2022 αύξηση επιτοκίων.

Όλες σχεδόν οι μεγάλες επενδυτικές τράπεζες προεξοφλούν ότι το βασικό επιτόκιο του ευρώ θα κυμαίνεται στο 0% έως το τέλος του έτους. Το μόνο που διαφοροποιείται στις αναλύσεις τους είναι ο χρόνος και ο τρόπος με τον όποιο θα κλιμακωθεί η αύξηση αυτή του 0,5% κατά τη διάρκεια του έτους.

Η απόδοση του ελληνικού 10ετούς ομολόγου, υπό το βάρος μαζικών ρευστοποιήσεων ξεπέρασε σήμερα το 2% και ανήλθε στο 2,25% με το περιθώριο (spread) έναντι των αντίστοιχων γερμανικών τίτλων να αυξάνεται σημαντικά. Ανάλογα κινήθηκαν και οι υπόλοιπες αγορές ομολόγων της ευρωζώνης, μηδέ εξαιρουμένης της γερμανικής.

Η απόδοση του 10ετούς ομολόγου αναφοράς διαμορφώθηκε στο 2,25% έναντι 0,22% του αντίστοιχου γερμανικού με αποτέλεσμα το περιθώριο να διαμορφωθεί στο 2,03%.

Να θυμίσουμε πως η απόδοση της τάξης του 2,25% για το 10ετές ελληνικό ομόλογο έχει να καταγραφεί από το 2019 και μάλιστα την περίοδο των ελληνικών βουλευτικών εκλογών τον Ιούλιο του 2019. Το 2019 συνεχίστηκε η αποκλιμάκωση των αποδόσεων του 10ετούς ομολόγου, που είχε ξεκινήσει νωρίτερα και εξομαλύνθηκε. Στις αρχές του 2019 η απόδοση ήταν στο 3,8% ενώ στο τέλος του έτους υποχώρησε στο 1,1%.

Το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων

Η στροφή αυτή της ΕΚΤ προς μία πιο περιοριστική κατεύθυνση ξεκίνησε ήδη να δημιουργεί ισχυρές αναταράξεις στις αγορές των ομολόγων οι οποίες κυρίως τα τελευταία δύο χρόνια (από το Νοέμβριο του 2109) είχαν στηριχθεί από τα προγράμματα αγοράς ομολόγων που εφάρμοζε η Κεντρική Τράπεζα. Αξίζει να αναφερθεί ότι μέσω του προγράμματος ΑPP η ΕΚΤ έχει αγοράσει ομόλογα από τη δευτερογενή αγορά ονομαστικής αξίας άνω των 3 τρισ. ευρώ, ενώ μέσω του προγράμματος πανδημίας τα ομόλογα που απέσυρε από την αγορά ξεπερνούν το 1,6 δισ. ευρώ

Και μεν για το πρόγραμμα της πανδημίας (το γνωστό PEPP στο οποίο μετέχουν και τα ελληνικά κρατικά ομόλογα) είχε ήδη αποφασιστεί και ανακοινωθεί ότι θα τερματιστεί τον Μάρτιο. Όμως για το μεγαλύτερο πρόγραμμα το ΑΡΡ (Asset Purchase Program) η προσδοκία που είχε καλλιεργηθεί ήταν ότι επρόκειτο να συνεχιστεί για αρκετό καιρό ακόμη.

Ωστόσο, η ΕΚΤ έχει ξεκαθαρίσει ότι «άνοδος των επιτοκίων θα ξεκινήσει μετά τη λήξη του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης», πράγμα που σημαίνει ότι πριν ξεκινήσει η ΕΚΤ να αυξάνει τα επιτόκια της, νωρίτερα θα έχει σημάνει την «λήξη του προγράμματος» ποσοτικής χαλάρωσης. Το πότε θα δοθεί το σήμα για την αύξηση των επιτοκίων ουδείς είναι σε θέση να το γνωρίζει από σήμερα καθώς οι σχετικές αποφάσεις αναμένεται να ληφθούν από το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ που θα συνεδριάσει στις 10 Μαρτίου.

Τι βλέπου οι οίκοι

Πλέον και οι επενδυτικοί οίκοι σπεύδουν να αναθεωρήσουν τις προβλέψεις τους. Οι αναλυτές των Goldman Sachs, Commerzbank και Bank of America «βλέπουν» το καταθετικό επιτόκιο του ευρώ να φτάνει (με δύο αυξήσεις επιτοκίων της τάξης των 25 μονάδων βάσης έκαστη) στο μηδέν τον Δεκέμβριο. 

«Τώρα πια περιμένουμε την έξοδο της ΕΚΤ από την χαλαρή πολιτική πολύ νωρίτερα από ό,τι υπολογίζαμε» επισημαίνει ο Γιάρι Στεν της Goldman Sachs, κάνοντας λόγο για μία αύξηση των επιτοκίων τον Σεπτέμβριο και μία δεύτερη στα τέλη του έτους. «Η χθεσινή συνεδρίαση έδειξε ότι υπάρχει ελάχιστη  ανοχή στο Διοικητικό Συμβούλιο για τα σημερινά υψηλά επίπεδα πληθωρισμού» επισημαίνει ο αναλυτής της Goldman σε σημείωμά του στους επενδυτές. 

Η αλλαγή αυτή στον τόνο της Λαγκάρντ, η οποία ενδεχομένως να συνοδευθεί και από ένα πιο ξεκάθαρο σήμα στη συνεδρίαση του Μαρτίου, φέρνει ουσιαστικά την ΕΚΤ πιο κοντά στα βήματα των άλλων μεγάλων κεντρικών τραπεζών. Ήδη η Tράπεζα της Αγγλίας έχει προβεί σε αυξήσεις των επιτοκίων κατά τις δύο τελευταίες συνεδριάσεις και είναι μάλιστα η πρώτη φορά από το 2004 που επιλέγει την τακτική των διαδοχικών αυξήσεων. Όσο για τη Φέντεραλ Ριζέρβ στις ΗΠΑ προβλέπεται να αυξήσει τα επιτόκια τουλάχιστον τέσσερις φορές μέσα στο έτος. 

 

 

 

googlenews

Ακολουθήστε το financialreport.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

close menu