Οικονομία

Έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ για τον προϋπολογισμό των νοικοκυριών το 2022: Στα 1.600 ευρώ το μήνα η μέση δαπάνη, αυξημένη κατά 12,7%

Αλλά μειωμένη 24,5% σε σύγκριση με το 2008

Η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) ανακοίνωσε τα αποτελέσματα της Έρευνας Οικογενειακών Προϋπολογισμών (ΕΟΠ), έτους 2022. Η έρευνα διενεργήθηκε σε δείγμα 6.196 ιδιωτικών νοικοκυριών στο σύνολο της χώρας.

Τα βασικά συμπεράσματα είναι τα εξής:

 Η μέση ετήσια δαπάνη των νοικοκυριών για αγορές, κατά το έτος 2022, ανήλθε στα 19.204,08 ευρώ (1.600,34 το μήνα), καταγράφοντας αύξηση, σε τρέχουσες τιμές 12,7%, σε σχέση με το 2021.

 Το 50% των νοικοκυριών δαπανούν περισσότερα από 1.289 ευρώ το μήνα.

 Τα νοικοκυριά που διαμένουν σε ενοικιασμένη κατοικία δαπανούν το 17,4% του προϋπολογισμού τους, κατά μέσο όρο, για ενοίκιο.

 Το μερίδιο της μέσης δαπάνης για είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά και στέγαση των νοικοκυριών του φτωχότερου 20% του πληθυσμού ανέρχεται στο 58,1% των δαπανών των νοικοκυριών, ενώ το αντίστοιχο μερίδιο του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού ανέρχεται στο 25,6%.

 Η υψηλότερη μέση ετήσια δαπάνη καταγράφηκε στην Περιφέρεια Αττικής και ανήλθε σε 22.305,84 ευρώ, ενώ η χαμηλότερη στην Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδος και ανήλθε σε 13.828,56 ευρώ.

 Η μέση ετήσια δαπάνη των νοικοκυριών το 2022 εμφανίζεται μειωμένη κατά 24,5% σε σύγκριση με το 2008.

Α. Μεταβολή της μέσης ετήσιας δαπάνης των νοικοκυριών

Μέση ετήσια δαπάνη και μεταβολή σε τρέχουσες και σταθερές τιμές (2021): ΕΟΠ 2022

 Η μέση ετήσια δαπάνη των νοικοκυριών για αγορές, κατά το έτος 2022, ανήλθε σε 19.204,08 ευρώ (1.600,34 το μήνα), καταγράφοντας ετήσια αύξηση 12,7% (2.166,60 ευρώ) σε σχέση με το 2021. Σε σταθερές τιμές, η μέση ετήσια δαπάνη των νοικοκυριών αυξήθηκε σε ποσοστό 4,6% ή 837,68 ευρώ, λόγω της επίδρασης του πληθωρισμού, σύμφωνα με τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή έτους 2022 που ήταν 7,2%.
 Η μέση ετήσια δαπάνη για κάθε άτομο, το 2022, ανήλθε στα 7.516,32 ευρώ, καταγράφοντας αύξηση 12,7% (847,32 ευρώ ετησίως) σε σύγκριση με το 2021 (6.669,00 ευρώ).

Β. Βασικές διαπιστώσεις
 Tο μεγαλύτερο μερίδιο των δαπανών του μέσου προϋπολογισμού των νοικοκυριών, σε τρέχουσες τιμές, αφορά:
o στα είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά (20,9%),
o στη στέγαση (14,5%) και
o στις μεταφορές (13,3%),

ενώ το μικρότερο μερίδιο των δαπανών (3,4%) αντιστοιχεί στις υπηρεσίες εκπαίδευσης (Πίνακας 1)

 Η μεγαλύτερη ποσοστιαία αύξηση δαπανών των νοικοκυριών, σε σχέση με την προηγούμενη έρευνα (2021), παρουσιάζεται (Πίνακας 1) σε:
o εστιατόρια, καφενεία και ξενοδοχεία (30,9%),
o αναψυχή και πολιτισμό (30,3%),
o μεταφορές (17,8%),

ενώ η μικρότερη ποσοστιαία αύξηση καταγράφεται στις επικοινωνίες (5,3%).

 Η μεγαλύτερη θετική μεταβολή στην ποσοστιαία συμμετοχή των διαφόρων δαπανών σε σταθερές τιμές 2022, σε σχέση με την προηγούμενη έρευνα του έτους 2021, παρατηρείται στα εστιατόρια, καφενεία και ξενοδοχεία (1,4 ποσοστιαίες μονάδες), ενώ η μεγαλύτερη ποσοστιαία μείωση συμμετοχής παρατηρείται στα είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά (-1,1 ποσοστιαίες μονάδες) (Πίνακας 1).

 Όσον αφορά στις δαπάνες για είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά (Πίνακας 4, Γράφημα 2), σε σχέση με την προηγούμενη έρευνα (2021), παρατηρείται αύξηση της μέσης μηνιαίας δαπάνης (τρέχουσες τιμές), στα παρακάτω είδη:
o κρέας (11,1%),
o λαχανικά (10,0%),
o λοιπά είδη διατροφής (9,9%),
o αλεύρι, ψωμί, δημητριακά (9,2%),
o γαλακτοκομικά προϊόντα και αυγά (7,9%),
o έλαια και λίπη (3,8%),
o μεταλλικά νερά, αναψυκτικά, χυμοί φρούτων και λαχανικών (2,5%),
o ψάρια (1,8%) και
o φρούτα (1,3%)

ενώ μείωση της μέσης μηνιαίας δαπάνης (τρέχουσες τιμές), παρατηρείται στα παρακάτω είδη:
o ζάχαρη, μαρμελάδες, μέλι, σιρόπια, σοκολάτα (-0,3%) και o καφές, τσάι και κακάο (-0,1).

Στο Γράφημα 3, παρουσιάζεται συγκριτική απεικόνιση των αποτελεσμάτων της ΕΟΠ 2022 με αυτά των προηγούμενων ερευνών της χρονικής περιόδου 2008-2022, σε τρέχουσες τιμές. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, παρατηρείται μείωση της μέσης μηνιαίας δαπάνης των νοικοκυριών κατά 18,2% σε σχέση με το έτος 2010, ενώ η αντίστοιχη μείωση σε σχέση με το έτος 2008 είναι της τάξεως του 24,5%.

Στο Γράφημα 4 παρουσιάζεται η ποσοστιαία μεταβολή των μηνιαίων δαπανών των νοικοκυριών για αγαθά και υπηρεσίες, σε τρέχουσες τιμές, σύμφωνα με τα στοιχεία των ερευνών ΕΟΠ 2008 και 2022.  Μείωση καταγράφεται σε όλες τις κατηγορίες, με την μεγαλύτερη να παρατηρείται στη δαπάνη για είδη ένδυσης και υπόδησης (-55,7%) και την μικρότερη στα είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά (-4,0%).

Στον Πίνακα 3 παρουσιάζεται διαχρονικά, για τα έτη 2008 έως 2022, η τάση που καταγράφεται στις βασικές κατηγορίες αγαθών και υπηρεσιών (Γράφημα 5), ως ποσοστό της μέσης μηνιαίας δαπάνης επί του οικογενειακού προϋπολογισμού (τρέχουσες τιμές). Κατά το 2022, σε σύγκριση με το 2008, παρατηρείται αύξηση του ποσοστού της δαπάνης για:
o είδη διατροφής κατά 4,5 ποσοστιαίες μονάδες,
o στέγαση κατά 2,7 ποσοστιαίες μονάδες,
o υγεία κατά 0,9 ποσοστιαίες μονάδες,
o οινοπνευματώδη ποτά και καπνό κατά 0,4 ποσοστιαίες μονάδες, και
o εκπαίδευση κατά 0,3 ποσοστιαίες μονάδες.

Αντιθέτως, μείωση κατά 3,4 ποσοστιαίες μονάδες παρατηρείται στο ποσοστό της δαπάνης για τα είδη ένδυσης και υπόδησης, κατά 2,6 ποσοστιαίες μονάδες στο ποσοστό της δαπάνης για διαρκή αγαθά και 1,6 ποσοστιαίες μονάδες στο ποσοστό της δαπάνης για διάφορα αγαθά και υπηρεσίες.

Η ποσοστιαία κατανομή της μέσης μηνιαίας δαπάνης των νοικοκυριών, κατά τρόπο κτήσεως, παρουσιάζεται στον Πίνακα 5 και έχει παρόμοια εικόνα μεταξύ των ετών 2021 και 2022.

Γ. Διαφορετικά πρότυπα κατανάλωσης ανάλογα με τον τύπο νοικοκυριών
 Στον Πίνακα 6 παρουσιάζονται, ταξινομημένες κατά φθίνουσα σειρά, οι δώδεκα (12) κατηγορίες δαπανών που πραγματοποιούν, κατά μέσο όρο, τα νοικοκυριά της Χώρας για αγαθά και υπηρεσίες (τρέχουσες τιμές), κατά τύπο νοικοκυριού. Η μεγαλύτερη μέση μηνιαία δαπάνη αφορά σε είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά και ακολουθούν οι δαπάνες για στέγαση και μεταφορές.
Επισημαίνεται ότι, παρά τα διαφορετικά πρότυπα κατανάλωσης που παρατηρούνται ανάλογα με τον τύπο νοικοκυριού, η μεγαλύτερη δαπάνη που καταγράφεται σχεδόν σε όλους τους τύπους νοικοκυριών αφορά σε είδη διατροφής.

 Τα νοικοκυριά με ένα άτομο μόνο, ηλικίας 65 ετών και άνω, δαπανούν, κατά μέσο όρο, το 45,9% της μέσης μηνιαίας δαπάνης των νοικοκυριών της Χώρας ενώ τα νοικοκυριά που αποτελούνται από ένα ζευγάρι με ένα παιδί έως και 16 ετών δαπανούν, κατά μέσο όρο, το 149,0% της μέσης μηνιαίας δαπάνης των νοικοκυριών της Χώρας (Πίνακας 7).
 Τα νοικοκυριά με υπεύθυνο οικονομικά μη ενεργό ή άνεργο δαπανούν, κατά μέσο όρο, το 70,3% της μέσης μηνιαίας δαπάνης των νοικοκυριών της Χώρας, ενώ αυτά με υπεύθυνο αυτοαπασχολούμενο με μισθωτούς το 226,2% αυτής (Πίνακας 8).
 Η μέση μηνιαία δαπάνη διαφέρει ανάλογα με την ηλικία του υπευθύνου του νοικοκυριού, με τα νοικοκυριά με υπεύθυνο ηλικίας 35-44 ετών να δαπανούν, κατά μέσο όρο, περισσότερο. Πιο συγκεκριμένα, τα νοικοκυριά αυτά δαπανούν, κατά μέσο όρο, το 132,2% της μέσης μηνιαίας δαπάνης των νοικοκυριών της Χώρας (129,4% το 2021). Τα νοικοκυριά με τη μικρότερη ποσοστιαία συμμετοχή (59,7%) για το 2022 ήταν αυτά με υπεύθυνο ηλικίας 75 ετών και άνω (60,2% το 2021) (Πίνακας 9).

Δ. Πρότυπα κατανάλωσης ανάλογα με το βαθμό αστικότητας, την Περιφέρεια και το τρίμηνο διενέργειας της έρευνας

 Τα νοικοκυριά που διαμένουν σε αγροτικές περιοχές δαπανούν κατά μέσο όρο 1.322,53 ευρώ το μήνα, ενώ αυτά που διαμένουν σε αστικές περιοχές 1.677,66 ευρώ (Γράφημα 6). Επομένως, τα νοικοκυριά που διαμένουν σε αγροτικές περιοχές δαπανούν, κατά μέσο όρο, 21,2% λιγότερο από τα νοικοκυριά που διαμένουν σε αστικές περιοχές.

Τα νοικοκυριά που διαμένουν στην Περιφέρεια Αττικής δαπανούν, κατά μέσο όρο, το 116,2% της μέσης μηνιαίας δαπάνης των νοικοκυριών της Χώρας, ενώ αυτά που διαμένουν στην Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδος το 72,0% αυτής (Πίνακας 10, Γράφημα 7).

Το 2022, σε σύγκριση με το 2021, τα νοικοκυριά που διαμένουν στην Περιφέρεια Αττικής αύξησαν τις δαπάνες τους, κατά μέσο όρο 13,3%, ενώ αυτά που διαμένουν στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας κατά 14,0% (Πίνακας 10).

 Στο Γράφημα 8 παρουσιάζεται η ποσοστιαία μεταβολή των μηνιαίων δαπανών των νοικοκυριών για αγαθά και υπηρεσίες, σε τρέχουσες τιμές, κατά τρίμηνο, σύμφωνα με τα στοιχεία των ερευνών ΕΟΠ 2021 και 2022.

Ε. Μέση μηνιαία κατανάλωση (ποσότητες) ειδών διατροφής, οινοπνευματωδών ποτών, καπνού, καυσίμων και ηλεκτρικής ενέργειας

Στον Πίνακα 11 παρουσιάζονται οι μεταβολές στη μέση μηνιαία κατανάλωση ειδών διατροφής, οινοπνευματωδών ποτών και καπνού, μεταξύ των ετών 2021 και 2022.
Αυξήσεις παρατηρούνται στα είδη διατροφής και οινοπνευματώδη ποτά και καπνό, ως εξής:
o τσιγάρα, 2,5%
o οινοπνευματώδη ποτά, 0,2%

ενώ μειώσεις παρατηρούνται στα είδη:
o ελαιόλαδο, -10,8%
o γιαούρτι, -7,0%
o ψάρια, -6,7%
o γάλα, -5,5%
o φρούτα, -4,2%
o κρέας, -2,2%
o τυρί, -2,0%
o ψωμί, είδη αρτοποιίας, -1,5%
o ζυμαρικά, -1,3%
o λαχανικά,-1,3%
o ρύζι, -1,1%

Η μέση μηνιαία ποσότητα ενέργειας που καταναλώνεται στην κύρια κατοικία (Πίνακας 12), παρουσίασε αύξηση σε:
o στερεά καύσιμα (καυσόξυλα, πελλέτες, πυρήνας κ.λπ.), 37,7%
o φυσικό αέριο, 8,3%

και μείωση σε:
o ηλεκτρική ενέργεια, -11,5%
o υγραέριο, -11,1%
o υγρά καύσιμα, -1,4%

ΣΤ. Συνθήκες διαβίωσης

Από τα στοιχεία της έρευνας (Πίνακας 13) προκύπτει ότι τα νοικοκυριά διαθέτουν:
o Τηλεόραση έγχρωμη: 99,3%
o Κινητό τηλέφωνο: 94,6%
o Σταθερό τηλέφωνο: 86,9%
o Προσωπικό ηλεκτρονικό υπολογιστή: 76,6%
o Επιβατηγό αυτοκίνητο ΙΧ, τουλάχιστον ένα: 70,0%
o Πλυντήριο πιάτων: 38,9%
o Καταψύκτη: 34,0%
o Δεύτερη κατοικία: 15,0%
o Κλειστό χώρο στάθμευσης: 13,3%

και χρησιμοποιούν την κεντρική θέρμανση (πετρέλαιο, φυσικό αέριο κ.λπ.) ως κύρια πηγή θέρμανσης σε ποσοστό 56,8%.

Αύξηση κατά 0,5 ποσοστιαίες μονάδες σημειώθηκε στο ποσοστό των νοικοκυριών που διαθέτουν προσωπικό υπολογιστή με πρόσβαση στο διαδίκτυο όπως και στο ποσοστό των νοικοκυριών που διαθέτουν καταψύκτη, ενώ μείωση κατά 1,0 ποσοστιαία μονάδα καταγράφηκε στο ποσοστό των νοικοκυριών που χρησιμοποιούν κεντρική θέρμανση (Πίνακας 13).

Στα γραφήματα 9 και 10 παρουσιάζονται ο αριθμός των δωματίων της κύριας κατοικίας που χρησιμοποιούν τα νοικοκυριά, καθώς και το εμβαδόν της κατοικίας. Τo 44,4% των νοικοκυριών χρησιμοποιούν τρία δωμάτια, ενώ το 58,3% διαβιεί σε κατοικία με εμβαδόν από 61 έως 100 τετραγωνικά μέτρα (τ.μ.).

Στον πίνακα 14 παρουσιάζονται τα ποσοστά των νοικοκυριών με βάση το κύριο μέσο μαγειρέματος, θέρμανσης και ψύξης που χρησιμοποιούν στην κύρια κατοικία τους.
Σε σχέση με το προηγούμενο έτος (2021) προκύπτουν τα εξής:
 Μέσα μαγειρέματος: αύξηση κατά 0,8 και 0,4 ποσοστιαίες μονάδες στη χρήση συσκευής υγραερίου ή κουζίνας φυσικού αερίου για μαγείρεμα αντίστοιχα, ενώ το 1,9% των νοικοκυριών δεν μαγειρεύει.
 Μέσα θέρμανσης: η μεγαλύτερη αύξηση παρουσιάζεται στο καλοριφέρ φυσικού αερίου κατά 2,1 ποσοστιαίες μονάδες, ενώ το 0,6% των κατοικιών των νοικοκυριών δεν διαθέτει θέρμανση.
 Μέσα ψύξης: η χρήση συσκευών κλιματισμού αυξήθηκε κατά 8,0 ποσοστιαίες μονάδες, ενώ το 21,8% των κατοικιών των νοικοκυριών δεν διαθέτει ψύξη.

Ζ. Ανισότητα και κίνδυνος φτώχειας

 Το μερίδιο της μέσης ισοδύναμης δαπάνης (αγορές, τρέχουσες τιμές) του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού είναι 5,39 φορές μεγαλύτερο από το μερίδιο της μέσης ισοδύναμης δαπάνης του φτωχότερου 20% του πληθυσμού (5,19 για το 2021). Ο δείκτης μειώνεται στο 4,21, όταν συμπεριληφθούν στην καταναλωτική δαπάνη οι τεκμαρτές δαπάνες (τελική καταναλωτική δαπάνη)(1) (4,08 για το 2021) (Πίνακας 15).

 Τα νοικοκυριά του φτωχότερου 20% του πληθυσμού αύξησαν τις δαπάνες τους σε σχέση με το 2021 κατά 7,8%, ενώ τα νοικοκυριά του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού κατά 11,2% (Πίνακας 15).

 Το μερίδιο της μέσης ισοδύναμης δαπάνης για είδη διατροφής των νοικοκυριών του φτωχότερου 20% του πληθυσμού ανέρχεται στο 33,9% των δαπανών των νοικοκυριών, ενώ το αντίστοιχο μερίδιο του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού ανέρχεται στο 13,8% (Πίνακας 16).

 O κίνδυνος φτώχειας απειλεί το 17,4% του πληθυσμού της Χώρας, όταν στον υπολογισμό του δείκτη λαμβάνεται υπόψη μόνο η ισοδύναμη δαπάνη με τρόπο κτήσεως την αγορά (17,1% το 2021), ενώ ο δείκτης μειώνεται στο 13,4% του πληθυσμού (12,2% το 2021), όταν λαμβάνονται υπόψη όλες οι καταναλωτικές δαπάνες, ανεξάρτητα από τον τρόπο κτήσεως (τεκμαρτό ενοίκιο από ιδιοκατοίκηση, ιδιοπαραγόμενα αγαθά, αγαθά και υπηρεσίες παρεχόμενες δωρεάν από τον εργοδότη, άλλα νοικοκυριά,
μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς, κράτος κ.λπ.) (Πίνακες 17 και 18).

 Η μέση μηνιαία ισοδύναμη δαπάνη των φτωχών νοικοκυριών(2) εκτιμάται στο 32,3% των δαπανών των μη φτωχών νοικοκυριών. Τα φτωχά νοικοκυριά δαπανούν το 34,1% του μέσου προϋπολογισμού τους σε είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά, ενώ τα μη φτωχά το 20,1% (Πίνακας 19).

Αναλυτικά τα στοιχεία μαζί με τους πίνακες εδώ:ΕΡΕΥΝΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΩΝ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΩΝ

googlenews

Ακολουθήστε το financialreport.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

close menu