Οικονομία

Επί τα χείρω αναθεωρεί τις εκτιμήσεις για την ελληνική οικονομία το 2015 η Eurobank

Μείωση του πραγματικού ΑΕΠ κατά -0,4% με -0,6% σε τριμηνιαία βάση (και κυκλικά προσαρμοσμένους όρους) με τον αντίστοιχο ετήσιο ρυθμό μεταβολής να διαμορφώνεται μεταξύ 0,0% και 0,2%.
 
Αυτές είναι οι νέες εκτιμήσεις της Διεύθυνσης Οικονομικής Ανάλυσης & Έρευνας Διεθνών Κεφαλαιαγορών της Eurobank, η οποία δημοσίευσε σήμερα τη νέα έκδοση του περιοδικού της δελτίου Greece Macro Monitor με τίτλο «Παρουσίαση οικονομετρικού υποδείγματος για την εκτίμηση του ελληνικού ΑΕΠ σε πραγματικό χρόνο».

Συνοπτικά, οι προκαταρτικές εκτιμήσεις του οικονομετρικού υποδείγματός μας υποδηλώνουν μείωση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 0,4% με 0,6% σε τριμηνιαία βάση (και κυκλικά προσαρμοσμένους όρους) με τον αντίστοιχο ετήσιο ρυθμό μεταβολής να διαμορφώνεται μεταξύ 0,0% και 0,2%. Σημειώνεται ότι οι αντίστοιχες μεταβολές που σημειώθηκαν το τελευταίο τρίμηνο του προηγούμενου έτους ήταν ως ακολούθως: τριμηνιαία μείωση 0,38% (έναντι του 3ου τριμήνου του 2014) και ετήσια αύξηση 1,31% (έναντι του 4ου τριμήνου του 2013).

Οι ανωτέρω εκτιμήσεις για το ρυθμό μεταβολής του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος της Ελλάδας το 1ο τρίμηνο του τρέχοντος έτους θεωρούνται αυστηρά προκαταρκτικές, καθώς η ροή των μακροοικονομικών στοιχείων που αφορούν την εν λόγω περίοδο θα συνεχιστεί τους επόμενους δύο μήνες. Σημειώνεται ότι η πρώτη επίσημη εκτίμηση (flash estimate) για το ΑΕΠ της Ελλάδας το 1ο τρίμηνο του έτους αναμένεται να δημοσιευθεί από την ΕΛ.ΣΤΑΤ. την 15η Μαΐου 2015.

Για το σύνολο του έτους 2015, συνεχίζουμε να αναμένουμε ελαφρώς θετικό ετήσιο ρυθμό μεταβολής του πραγματικού ΑΕΠ της Ελλάδας, κυρίως λόγω προσδοκιών για περαιτέρω ενίσχυση της δραστηριότητας στον τουριστικό κλάδο, επιβράδυνση του ρυθμού μεταβολής των εισαγωγών και  μικρή θετική επίδραση (0,13 ποσοστιαίες μονάδες) από τη βάση σύγκρισης με το προηγούμενο έτος (carry over). Τονίζεται δε ότι μια από τις βασικότερες προϋποθέσεις για την επαλήθευση της ανωτέρω πρόβλεψης είναι η ταχεία άρση της αβεβαιότητας που πηγάζει από τις τρέχουσες διαπραγματεύσεων με τους επίσημους δανειστές με στόχο την υλοποίηση των συμφωνιών του  Eurogroup της 20ης Φεβρουαρίου του 2015.

Αν και οι βασικοί άξονες μιας νέας μακρόπνοης στρατηγικής για τη βιώσιμη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας δεν αποτελούν θέμα ανάλυσης της παρούσας μελέτης, τονίζονται επιγραμματικά τα ακόλουθα.

Μια τέτοια στρατηγική δεν πρέπει να στοχεύει σε:

– περαιτέρω σημαντική ενίσχυση της κατανάλωσης (ιδιωτικής ή/και δημόσιας), καθώς: α) ως ποσοστό του ΑΕΠ αυτή ανέρχεται σήμερα σε επίπεδα σημαντικά υψηλότερα του ευρωπαϊκού μέσου όρου (άνω του 90% του ΑΕΠ στην Ελλάδα έναντι μακροπρόθεσμου μέσου 75% περίπου στην Ευρωζώνη), και β) το ποσοστό αποταμίευσης των νοικοκυριών της Ελλάδας (σε σχέση με το ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα) παραμένει αρνητικό (-6% περίπου το 2013, σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής).   

– διοχέτευση νέων επενδυτικών κεφαλαίων σε τομείς χαμηλής παραγωγικότητας, χαμηλού τεχνολογικού περιεχομένου και μικρής προστιθέμενης αξίας.

– εγκλωβισμός υφιστάμενων πόρων σε εταιρίες που χαρακτηρίζονται από κακή διαχείριση και χαμηλά επίπεδα φερεγγυότητας.

Αντ’ αυτού, μια βιώσιμη μακροπρόθεσμη στρατηγική ανάπτυξης για την ελληνική οικονομία πρέπει να στοχεύει σε:

– άμεση τόνωση της εγχώριας επενδυτικής δραστηριότητας (κυρίως στον ιδιωτικό τομέα, αλλά και μέσω του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων) με στόχο τη σταδιακή αναστροφή της τεράστιας αποεπένδυσης που έλαβε χώρα την τελευταία εξαετία. Τονίζεται ότι, ως ποσοστό του ΑΕΠ,  η συνολική επενδυτική δαπάνη στην Ελλάδα ανέρχεται σήμερα σε μόλις 11,5% έναντι σχετικού μέσου όρου 18% περίπου στην Ευρωζώνη. Επιπροσθέτως, σε προγενέστερες οινομετρικές μας μελέτες εκτιμήσαμε ιδιαίτερα υψηλούς (άνω της μονάδας) πολλαπλασιαστές δημοσίων επενδύσεων, ιδιαίτερα σε περιόδους χαμηλής ανάπτυξης ή οικονομικής ύφεσης. Η τόνωση του εγχώριου επενδυτικού περιβάλλοντος και η προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων κρίνεται απαραίτητη προϋπόθεση για την επίτευξη βιώσιμων ρυθμών οικονομικής μεγέθυνσης και την σταδιακή μείωση του ιδιαίτερα υψηλού ποσοστού ανεργίας.       

– βελτίωση της εξαγωγικού προσανατολισμού της Ελλάδας που παρά τη μεγάλη προσαρμογή που έχει ήδη επιτελεσθεί σε όρους σχετικού μισθολογικού κότσους παραμένει μια μικρή και κλειστή οικονομία. Σημειώνεται ότι, ως ποσοστό του ΑΕΠ το σύνολο των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών της χώρας παραμένει σε σχετικά χαμηλά επίπεδα (ελαφρώς υψηλότερο του 30% έναντι 45% στην Ευρωζώνη).

– περαιτέρω τόνωση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, κυρίως σε τομείς και κατευθύνσεις που δεν σχετίζονται αμιγώς με την εξέλιξη του σχετικού μισθολογικού κόστους (non-price competitiveness). Η αναγκαιότητα αυτή έχει επανειλημμένα τονισθεί και αναλυθεί σε προγενέστερες μελέτες μας και σχετίζεται με ένα πλέγμα στρατηγικών και θεσμικών παρεμβάσεων για την αντιμετώπιση των διαρθρωτικών αδυναμιών και αγκυλώσεων που συνεχίζουν να παρεμποδίζουν τον  εξαγωγικό προσανατολισμό την ελληνικής οικονομίας.

– Συνοπτικά, κάποιες από τις προαναφερθείσες στρατηγικές και παρεμβάσεις πρέπει να στοχεύουν σε: περαιτέρω διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στις αγορές προϊόντων & υπηρεσιών, βελτίωση και απλοποίηση του φορολογικού συστήματος και εξυγίανση του καθεστώτος επιστροφής ΦΠΑ, κίνητρα για R&D, άρση διοικητικών & γραφειοκρατικών εμποδίων, απλοποίηση μεταφορικών διαδικασιών, απλοποίηση διαδικασιών απόκτησης πιστοποιητικών & διενέργειας ελέγχων, βελτίωση υφιστάμενων εκτελωνιστικών & τελωνειακών διαδικασιών, ενίσχυση τεχνολογικού περιεχομένου εξαγωγών, κίνητρα και προώθηση στρατηγικών συνεργασιών και αύξηση του βαθμού συγκέντρωσης σε κρίσιμους τομείς με στόχο την επίτευξη οικονομιών κλίμακας και την ευκολότερη πρόσβαση στις παγκόσμιες αλυσίδες αξίας (global value chains). .     

googlenews

Ακολουθήστε το financialreport.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

close menu