Τράπεζες

Ελληνες, Κύπριοι και Σλοβένοι αρχίζουν και στέλνουν τις καταθέσεις τους στο εξωτερικό

Τόσο γιατί επιτυγχάνουν καλύτερα επιτόκια όσο και γιατί προσφέρονται περισσότερες εναλλακτικές προτάσεις

Ενα άρθρο του Matthias Rumpf, στελέχους της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας φιλοξένησε ο ιστότοπος της ΕΚΤ την προηγούμενη εβδομάδα (24/10/2024). Το άρθρο ασχολείται με το κατά πόσο τα νοικοκυριά της ευρωζώνης κάνουν χρήση διασυνοριακών καταθέσεων. Από το άρθρο προκύπτει ότι αργά αλλά σταθερά τα νοικοκυριά σε μικρότερες χώρες είναι πιο πιθανό να ανοίξουν λογαριασμούς στο εξωτερικό. Τα στοιχεία του άρθρου προέρχονται από ισολογισμούς τραπεζών και από στοιχεία που συλλέγονται από την ΕΚΤ σε συνεργασία με τις εθνικές κεντρικές τράπεζες.

Το άρθρο επιβεβαιώνει για την Ελλάδα αυτό που συμβαίνει στις τράπεζες, δηλαδή την τάση της σταδιακής αναζήτησης καλύτερων επιτοκίων, καλύτερης εξυπηρέτησης και γενικά μιας διεξόδου από το στενό ολιγοπωλιακό καθεστώς, που έχει δημιουργηθεί στη χώρα στον κλάδο των τραπεζών.

Πρόσφατες τάσεις στις διασυνοριακές καταθέσεις

Ένα από τα πλεονεκτήματα της νομισματικής ένωσης είναι η πρόσβαση σε χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες σε χώρες της ζώνης του ευρώ διαφορετικές από τον τόπο κατοικίας του φορολογούμενου. Αυτά μπορεί να είναι ενδιαφέροντα λόγω των υψηλότερων επιτοκίων στις καταθέσεις ή των πιο χρήσιμων τραπεζικών προϊόντων. Στην πραγματικότητα, οι πολίτες σπάνια έχουν χρησιμοποιήσει τις υπηρεσίες που προσφέρουν οι ξένες εμπορικές τράπεζες.

Το διασυνοριακό μερίδιο των συνολικών καταθέσεων είχε πτωτική τάση μέχρι το 2005 ενώ στη συνέχεια παρέμεινε στάσιμο σε σχετικά χαμηλό επίπεδο έως το 2014.

Πρόσφατα τα νοικοκυριά πραγματοποιούν ολοένα και περισσότερες διασυνοριακές καταθέσεις σε τράπεζες άλλων χωρών της ζώνης του ευρώ. Ο όγκος εξακολουθεί να είναι σχετικά χαμηλός, αλλά αυξάνεται.

Τον Αύγουστο του 2024 τα νοικοκυριά της ζώνης του ευρώ είχαν συνολικά λογαριασμούς περίπου 151 δισ.  ευρώ σε τράπεζες της ζώνης του ευρώ εκτός των χωρών τους. Αυτό αντιστοιχεί στο 1,6% περίπου του συνόλου των καταθέσεων των νοικοκυριών στις τράπεζες της ζώνης του ευρώ. Αν και αυτό το μερίδιο είναι μικρό, αντιπροσωπεύει σημαντικό άλμα από το ποσό των 95 δισ. ευρώ στις αρχές του 2020, το οποίο αντιστοιχούσε στο 1,2% του συνόλου των καταθέσεων των νοικοκυριών στη ζώνη του ευρώ (Διάγραμμα 1).

Όπως δείχνει το Διάγραμμα 1, ο ρυθμός αύξησης των διασυνοριακών καταθέσεων παρέμεινε ισχυρός από τα μέσα του 2022 έως τον Σεπτέμβριο του 2023, όταν η ΕΚΤ αύξησε τα επιτόκια. Αυτό υποδηλώνει ότι τα νοικοκυριά μπορεί πράγματι να αναζητούσαν καλύτερες συνθήκες για τις αποταμιεύσεις τους. Ωστόσο, το γεγονός ότι η τάση ξεκίνησε νωρίτερα σημαίνει ότι άλλοι παράγοντες, όπως το αυξημένο διασυνοριακό μάρκετινγκ από τις διαδικτυακές τράπεζες, είναι επίσης πιθανό να έπαιξε το δικό του ρόλο.

Η Γαλλία, το Λουξεμβούργο, η Γερμανία και η Ιταλία είναι οι χώρες στις οποίες οι τράπεζες έχουν λάβει τον μεγαλύτερο όγκο διασυνοριακών καταθέσεων από άλλες χώρες της ζώνης του ευρώ. Η Ιταλία κατέγραψε την υψηλότερη ανάπτυξη σε απόλυτες τιμές τα τελευταία πέντε χρόνια, με τις καταθέσεις από άλλες χώρες να έχουν σχεδόν διπλασιαστεί από το 2022 (Διάγραμμα 2). Είναι ενδιαφέρον ότι το μερίδιο των καταθέσεων από άλλες χώρες της ζώνης του ευρώ είναι υψηλότερο στο Λουξεμβούργο (37%), την Εσθονία (20%), τη Λιθουανία (16%), τη Μάλτα (10%) και τη Λετονία (6%), γεγονός που δείχνει ότι οι μικρότερες χώρες λαμβάνουν σχετικά υψηλό επίπεδο καταθέσεων στο εξωτερικό (Διάγραμμα 4).

Επειδή τα στοιχεία αφορούν ολόκληρη τη ζώνη του ευρώ, μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν για τον υπολογισμό των καταθέσεων στο εξωτερικό για κάθε χώρα.

Το δεύτερο τρίμηνο του 2024, για παράδειγμα, τα γερμανικά νοικοκυριά αντιπροσώπευαν 51,5 δισ. ευρώ ή περισσότερο από το ένα τρίτο των διασυνοριακών καταθέσεων στη ζώνη του ευρώ, ακολουθούμενα από τη Γαλλία (15,8 δισ. ευρώ) και την Ολλανδία (13,7 δισ. ευρώ). Η Γερμανία και η Ολλανδία επίσης υποδέχονται το μεγαλύτερο μέρος της αύξησης των διασυνοριακών καταθέσεων από τις αρχές του 2020 (Διάγραμμα 3).

Εξετάζοντας τα μερίδια των εισερχόμενων και εξερχόμενων καταθέσεων ανά χώρα αποκαλύπτονται περαιτέρω διαφορές.

Για παράδειγμα, το Λουξεμβούργο, η Εσθονία και η Λιθουανία είδαν σημαντικά περισσότερες καταθέσεις από νοικοκυριά άλλων χωρών της ζώνης του ευρώ να εισέρχονται στις τράπεζές τους από ό,τι καταθέσεις από νοικοκυριά στις χώρες τους,  που πηγαίνουν στο εξωτερικό.

Αντίθετα, στην περίπτωση της Κύπρου, της Ελλάδας και της Σλοβενίας, η κατάσταση είναι διαφορετική. Δηλαδή οι κάτοικοι των χωρών αυτών στέλνουν τις καταθέσεις τους σε τράπεζες άλλων χωρών της ευρωζώνης (Διάγραμμα 4).

Τα υψηλότερα επιτόκια και οι διαφορές επιτοκίων είναι πιθανό να συνέβαλαν σε αυτήν την εξέλιξη, αλλά δεν μπορούν να εξηγήσουν συνολικά την τάση. Άλλοι παράγοντες, όπως η ψηφιοποίηση και οι προσφορές από διαδικτυακές τράπεζες μπορεί επίσης να συνέβαλαν.

googlenews

Ακολουθήστε το financialreport.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

close menu