Τράπεζες

BNP Paribas: Θετικές τάσεις αλλά και δομικές αδυναμίες για τις ελληνικές τράπεζες

Εστιάζει στην επιστροφή των τεσσάρων συστημικών στις χρηματικές διανομές μετά από 15 χρόνια

Σε ένα σύντομο σχόλιο αναφορικά με τις τελευταίες εξελίξεις και τις προοπτικές του κλάδου των τραπεζών στη χώρα μας, προβαίνει η BNP Paribas.

Αρχικά εστιάζει στην επιστροφή των τεσσάρων συστημικών στις χρηματικές διανομές μετά από 15 χρόνια, αναφέροντας πως θα διανείμουν το 24% περίπου των καθαρών κερδών από τη χρήση του 2023. Η συνολική επιβράβευση θα ανέλθει στα 875 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων το 93% είναι με τη μορφή μερισμάτων.

Σύμφωνα με την επενδυτική τράπεζα, μετά τις ζημίες ρεκόρ των 28 δισ. ευρώ που καταγράφηκαν το 2011 και την αύξηση του δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων στο 41% ​​το 2015, το ελληνικό τραπεζικό σύστημα έχει προχωρήσει σε μια σημαντική εξυγίανση.

Τα συνολικά ανακοινωθέντα καθαρά κέρδη για τις τέσσερις τράπεζες ήταν θετικά για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά το 2023, κάτι πρωτόγνωρο, σύμφωνα με την ίδια, από το 2010.

Στη βάση των αποτελεσμάτων του 2023 που λαμβάνει ο οίκος και όχι του πρώτου τριμήνου, ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων υποχώρησε στο σταθμισμένο μέσο όρο του 3,1%, αποτέλεσμα των πωλήσεων και των τιτλοποιήσεων – ιδίως στο πλαίσιο του συστήματος «Ηρακλής III» – με αποτελέσμα να βρίσκοντα πιο κοντά στο μέσο όρο της Ευρωζώνης, δηλαδή στο 2%.

Ο δείκτης CET1 διαμορφώθηκε στο 15,9% κατά μέσο, υψηλότερος από τις απαιτήσεις και τις συστάσεις των αρχών. Έτσι, ο δείκτης των μη εξυπηρετούμενων δανείων επανήλθε σε επίπεδο παρόμοιο με αυτό του 2008, ενώ τα κεφάλαια είναι διπλάσια από ό,τι ήταν τότε και με πολύ αυστηρότερους όρους. Αναγνωρίζοντας αυτές τις ενθαρρυντικές τάσεις, το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας επιτάχυνε την πώληση των συμμετοχών του στις τέσσερις τράπεζες, η οποία είχε φτάσει μεταξύ 81% και 99% το 2013 – κατέχοντας πλέον μόνο το 18,4% της Εθνικής Τράπεζας.

Τα στοιχεία για το πρώτο τρίμηνο του 2024 δείχνουν ότι τα πράγματα συνεχίζουν να κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση. Ωστόσο, οι μειώσεις των επιτοκίων της ΕΚΤ που ξεκίνησαν στις 6 Ιουνίου θα μειώσουν τα καθαρά έσοδα από τόκους στις ελληνικές τράπεζες, δεδομένου ότι οι καταθέσεις αντιπροσωπεύουν το 73% των συνολικών τους υποχρεώσεων, περιορίζοντας έτσι την εσωτερική ικανότητα παραγωγής κεφαλαίου. Αυτό θα μειώσει τον ρυθμό βελτίωσης της ποιότητας του συνολικού κεφαλαίου, το οποίο εξακολουθεί να περιλαμβάνει το 44% των αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων και το 9% των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων, για τα οποία η δυνατότητα απορρόφησης ζημιών είναι μικρότερη από αυτή του κεφαλαίου CET1, όπως αναφέρει η BNP Paribas.

googlenews

Ακολουθήστε το financialreport.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

close menu