Επικαιρότητα

Απόφαση – κόλαφος για την ασυδοσία των εισπρακτικών εταιριών

Παράνομη είναι η ανακοίνωση από εισπρακτική εταιρία σε συγγενικό και φιλικό πρόσωπο μη οφειλέτη, των προσωπικών δεδομένων του οφειλέτη , σύμφωνα με την υπ΄αριθμόν 26/2016 απόφαση της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα.

Την Αρχή την απασχόλησε η εισπρακτική εταιρεία «Μέλλον Ανώνυμη Εταιρεία Ενημέρωσης Οφειλετών» με αφορμή την υποχρέωση που έχουν από τη νομοθεσία οι εισπρακτικές εταιρείες για καταγραφή των συνομιλιών τόσο με τους οφειλέτες όσο και με τα συγγενικά ή τρίτα πρόσωπα των οφειλετών που απαντούν στις τηλεφωνικές κλήσεις των εταιρειών αυτών.

Η Αρχή αναφέρει ότι κατά το παρελθόν είχε αποφανθεί ότι οι εισπρακτικές εταιρείες οφείλουν να ενημερώνουν τόσο για την ιδιότητά τους (εταιρεία ενηµέρωσης) και για τα άλλα στοιχεία που προβλέπει ο νόμος 3758/2009 όσο και το γεγονός της καταγραφής της τηλεφωνικής συνομιλίας πριν από την έναρξη κάθε επικοινωνίας από οποιοδήποτε πρόσωπο και αν απαντηθεί η κλήση, δηλαδή είτε αυτή απαντηθεί από τον ίδιο τον οφειλέτη είτε από τρίτο πρόσωπο (συγγενή, φίλο, κ.λπ.).

Το σκεπτικό της απόφασης

ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ
Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 26 / 2016

……………
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΝΟΜΟ

1. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 24 § 1 του ν. 2690/1999 (ΚΔΔιαδ): «Αν από τις σχετικές διατάξεις δεν προβλέπεται η δυνατότητα άσκησης της, κατά το επόμενο άρθρο, ειδικής διοικητικής, ή ενδικοφανούς προσφυγής, ο ενδιαφερόμενος, για την αποκατάσταση υλικής ή ηθικής βλάβης των εννόμων συμφερόντων του που προκαλείται από ατομική διοικητική πράξη μπορεί, για οποιονδήποτε λόγο, με αίτησή του, να ζητήσει, είτε από τη διοικητική αρχή η οποία εξέδωσε την πράξη, την ανάκληση ή την τροποποίησή της (αίτηση θεραπείας), είτε, από την αρχή η οποία προΐσταται εκείνης που εξέδωσε την πράξη, την ακύρωσή της (ιεραρχική προσφυγή)». Η απλή διοικητική προσφυγή (άρθρο 24) υποβάλλεται από τον διοικούμενο που έχει υποστεί υλική ή ηθική βλάβη των εννόμων συμφερόντων του από ατομική διοικητική πράξη, στην αρχή που εξέδωσε την πράξη (αίτηση θεραπείας) και έχει ως αντικείμενο την ανάκληση ή την τροποποίηση ρητής ατομικής διοικητικής πράξης (βλ. Σπηλιωτόπουλος, Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου 2002, § 251). Ο κατά την παραπάνω διάταξη «ενδιαφερόμενος» δεν είναι απαραίτητο να ήταν εκείνος στον οποίον αφορά η πράξη που ζητάει την ανάκλησή της, αρκεί βεβαίως να τεκμηριώνει το έννομο συμφέρον του.

2. Ο ν. 3758/2009 για τις «Εταιρείες Ενημέρωσης οφειλετών για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις και άλλες διατάξεις» ρυθμίζει την επικοινωνία και τη σχέση των ΕΕΟ μόνο με τους οφειλέτες και όχι με τρίτους – μη οφειλέτες. Ειδικότερα, δυνάμει των διατάξεών του, όπως ισχύουν:
α. Άρθρο 6 παρ. 2: «Σε κάθε προφορική επικοινωνία με τον οφειλέτη, οι Εταιρείες έχουν υποχρέωση να διαθέτουν εμφανή τον αριθμό προέλευσης κλήσης, να παρέχουν πλήρη και σαφή Ενημέρωση στους οφειλέτες, τόσο για το ονοματεπώνυμο του καλούντος υπαλλήλου και την ιδιότητά του, όσο και για τον αριθμό Μητρώου της Εταιρείας κατά την έννοια του άρθρου 7 και το σκοπό της επικοινωνίας τους. … Απαγορεύεται στις Εταιρείες να αντιποιούνται με οποιονδήποτε τρόπο κατά την επικοινωνία τους με τους οφειλέτες την επωνυμία ή το διακριτικό τίτλο των δανειστών – εντολέων τους».

β. Άρθρο 6 παρ. 7: «Οι Εταιρείες τηρούν ηλεκτρονικό αρχείο στο οποίο καταγράφονται τα στοιχεία όλων των τηλεφωνικών επικοινωνιών προς τον οφειλέτη, και ειδικότερα η ημερομηνία, η ώρα και η οφειλή για την οποία έγινε η επικοινωνία. Κατά την έναρξη της επικοινωνίας ο οφειλέτης ενημερώνεται για την καταγραφή των ανωτέρω στοιχείων και τη διάρκεια τήρησής τους. Τα στοιχεία αυτά καταστρέφονται μετά την πάροδο ενός έτους από την τελευταία επικοινωνία, εκτός αν αιτηθεί τη διατήρησή τους ο οφειλέτης για τα στοιχεία που τον αφορούν ή η Γενική Γραμματεία Καταναλωτή για τον έλεγχο της τήρησης των διατάξεων του παρόντος νόμου. Τα ανωτέρω στοιχεία απαγορεύεται να χρησιμοποιηθούν για οποιονδήποτε σκοπό πέραν του ελέγχου της εκτέλεσης της σύμβασης από τον δανειστή, της τήρησης των διατάξεων του παρόντος νόμου και της υπεράσπισης δικαιώματος των Εταιρειών ενώπιον των δικαστηρίων. Οι Εταιρείες οφείλουν να παρέχουν, μετά από αίτηση του οφειλέτη ή μετά από αίτημα της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της, εντός δέκα ημερών και χωρίς επιβάρυνση αντίγραφο με τα στοιχεία των τηλεφωνικών επικοινωνιών που αφορούν στο συγκεκριμένο οφειλέτη ».

γ. Άρθρο 8 παρ. 2: «Οι Εταιρείες καταγράφουν υποχρεωτικώς το περιεχόμενο κάθε τηλεφωνικής επικοινωνίας με τον οφειλέτη. Το περιεχόμενο της καταγραφής δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιηθεί σε βάρος του οφειλέτη, δικαστικώς ή εξωδίκως, και διατηρείται από τις Εταιρείες υποχρεωτικώς για ένα έτος από την πραγματοποίηση της επικοινωνίας. Με την πάροδο του έτους η καταγραφή καταστρέφεται εκτός αν τη διατήρησή της αιτηθεί ο οφειλέτης ή μετά από καταγγελία αυτού η Γενική Γραμματεία Καταναλωτή. Κατά την έναρξη της επικοινωνίας ενημερώνεται ο οφειλέτης για την καταγραφή της συνομιλίας, τη διάρκεια τήρησής της και ότι η καταγραφή γίνεται για τη διασφάλιση των δικών του δικαιωμάτων και μόνο. Οι Εταιρείες υποχρεούνται να χορηγούν ηλεκτρονικά αντίγραφα των καταγεγραμμένων επικοινωνιών με τους οφειλέτες στον ίδιο τον οφειλέτη για τα δεδομένα που τον αφορούν ή στη Γενική Γραμματεία Καταναλωτή στο πλαίσιο του ελέγχου σχετικών καταγγελιών ή αυτεπάγγελτου ελέγχου των Εταιρειών μέσα σε δέκα ημέρες από τότε που θα τους ζητηθεί. …».

3. Σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 3 του ν. 3471/2006 για την «Προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών», όπως ισχύει: «Επιτρέπεται η καταγραφή συνδιαλέξεων και των συναφών δεδομένων κίνησης, όταν πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια νόμιμης επαγγελματικής πρακτικής με σκοπό την παροχή αποδεικτικών στοιχείων εμπορικής συναλλαγής ή άλλης επικοινωνίας επαγγελματικού χαρακτήρα, υπό την προϋπόθεση ότι και τα δύο μέρη, μετά από προηγούμενη ενημέρωση σχετικά με το σκοπό της καταγραφής, παρέχουν τη συγκατάθεσή τους. ..» (βλ. και τη διάταξη του άρθρου 5 παρ. 2 της Οδηγίας 2002/58/ΕΚ σε συνδυασμό με την αιτιολογική σκέψη 23 της ίδιας Οδηγίας).

4. Λαμβάνοντας υπόψη τις κρίσιμες διατάξεις, πρέπει να επισημανθεί ότι ο ν. 3758/2009 ρυθμίζει το πλαίσιο λειτουργίας των εταιρειών ενημέρωσης οφειλετών και τις ειδικότερες υποχρεώσεις που συνεπάγεται η ενημέρωση οφειλετών για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις τόσο για τις ως άνω εταιρείες όσο και για τους δανειστές. Το ζήτημα της νομιμότητας καταγραφής του περιεχομένου της τηλεφωνικής επικοινωνίας ΕΕΟ με τρίτα πρόσωπα – μη οφειλέτες, για τους σκοπούς ελέγχου της επικοινωνίας αυτής από τη ΓΓΕΠΚ, θα πρέπει να επιλυθεί με τις ειδικότερες διατάξεις του ν. 3758/2009 και όχι με τη διάταξη του άρθρου 4 παρ. 3 τον ν. 3471/2006 (με την οποία επιτρέπεται η καταγραφή τηλεφωνικής συνομιλίας για τον σκοπό απόδειξης εμπορικής συναλλαγής). Επισημαίνεται, επίσης, ότι ο ν. 3758/2009 δεν έχει ρητή πρόβλεψη για την καταγραφή του περιεχομένου της συνομιλίας με τρίτους, παρά μόνο με τον οφειλέτη (βλ. άρθρο 8 παρ. 2).

Επίσης, ρητώς διαφοροποιεί την επικοινωνία προς τον οφειλέτη (που μπορεί να απαντηθεί από τρίτο πρόσωπο) από την επικοινωνία με τον ίδιο τον οφειλέτη (πρβλ., ιδίως, τα άρθρ. 6 παρ. 2 και 7, άρθρ. 8 παρ. 2), επιβάλλοντας ρητώς την καταγραφή του περιεχομένου της συνομιλίας με τον οφειλέτη (και όχι με τρίτο) καθώς και την πλήρη και σαφή ενημέρωση του οφειλέτη (και όχι τρίτου) για τα στοιχεία του καλούντος, την καταγραφή των στοιχείων και του περιεχομένου της συνομιλίας, το σκοπό της καταγραφής, το χρόνο τήρησης των ανωτέρω, καθώς και το σκοπό της επικοινωνίας (την αναλυτική ενημέρωση του οφειλέτη για ληξιπρόθεσμη οφειλή του).
Παράλληλα, προβλέπει την απαγόρευση όχλησης ή δυσφήμισης του οφειλέτη στους οικείους του (βλ. άρθρ. 5 παρ. 4 και 9) και την προστασία του απορρήτου των προσωπικών δεδομένων του οφειλέτη και τη μη αποκάλυψή τους (π.χ. της ύπαρξης ληξιπρόθεσμης οφειλής του) σε τρίτους (βλ. άρθρ. 8 παρ. 1).

5. Περαιτέρω, επισημαίνεται ότι πάγια θέση της Αρχής αποτελεί το ότι επιμέρους ειδικότεροι νόμοι (όπως είναι ο ν. 3758/2009) θα πρέπει να ερμηνεύονται υπό το πρίσμα του ατομικού δικαιώματος της προστασίας των προσωπικών δεδομένων (άρθρο 9Α του Σ.) και της ομοίως συνταγματικά κατοχυρωμένης (άρθρο 25 του Σ.) αρχής της αναλογικότητας υπό την ειδικότερη έκφανση της αναγκαιότητας που αποτελεί και βασική αρχή του δικαίου της προστασίας των προσωπικών δεδομένων. Όσον αφορά την τηλεφωνική επικοινωνία ΕΕΟ με τρίτο πρόσωπο – μη οφειλέτη, οι ειδικότερες διατάξεις πρέπει να ερμηνευθούν υπό το πρίσμα της αρχής της αναλογικότητας, και δη της ειδικότερης έκφανσης αυτής, της αναγκαιότητας, αλλά και υπό το πρίσμα της αρχής του σκοπού (άρθρο 4 παρ. 1 στοιχ. β’ του ν. 2472/1997), η οποία, δεδομένου ότι ο σκοπός στην επικοινωνία με τον τρίτο είναι η τηλεφωνική ανεύρεση του οφειλέτη, περιορίζει τα δεδομένα που πρέπει να ανακοινώνονται στο πλαίσιο αποκλειστικά του σκοπού αυτού. Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι η ανακοίνωση σε τρίτο – μη οφειλέτη του συνόλου των στοιχείων που επιβάλλει ο ν. 3758/2009 για την ενημέρωση του οφειλέτη δεν είναι νόμιμη. Ειδικότερα, ο προβληματισμός που ανέκυψε κατά τη συζήτηση και τη διάσκεψη που ακολούθησε είναι κατά πόσον με την κρίση της Αρχής ότι: «Ο καλών οφείλει να ενημερώνει τόσο για την ιδιότητά του (εταιρία ενημέρωσης ή δανειστής) και τα λοιπά στοιχεία που προβλέπονται στο ν.3758/2009 όσο και το γεγονός της καταγραφής πριν από την έναρξη κάθε επικοινωνίας από οποιοδήποτε πρόσωπο και αν απαντηθεί η κλήση, δηλαδή είτε αυτή απαντηθεί από τον ίδιο τον οφειλέτη είτε από τρίτο πρόσωπο ..» θίγεται υπέρμετρα ο οφειλέτης από την συνεπαγόμενη αποκάλυψη σε τρίτους (συνηθέστερα στους οικείους του) της αναζήτησής του από ΕΕΟ προφανώς για ληξιπρόθεσμη οφειλή του. Σημειώνεται μάλιστα ότι για τον λόγο αυτό έχουν υποβληθεί και στην Αρχή αρκετές σε αριθμό καταγγελίες οφειλετών, πολλοί μάλιστα εκ των οποίων επικαλούνται ότι από την όχληση αυτή πιέστηκαν συγγενείς τους (π.χ. άρρωστοι γονείς τους) σε βαθμό διακινδύνευσης της υγείας τους και ότι δημιουργήθηκαν ενδοοικογενειακά προβλήματα.

6. Κατόπιν αυτών, δεδομένου ότι τα ζητήματα, εάν μπορεί να καταγράφεται το περιεχόμενο της τηλεφωνικής συνομιλίας ΕΕΟ με τρίτο – μη οφειλέτη, που γίνεται για το σκοπό τηλεφωνικής ανεύρεσης του οφειλέτη, και σε καταφατική περίπτωση με ποιον τρόπο πρέπει να ενημερώνεται ο τρίτος – μη οφειλέτης για την καταγραφή της συνομιλίας (ώστε μην θίγεται ο οφειλέτης), είναι μείζονος σημασίας, πρέπει, κατ’ εφαρμογή της διατάξεως του άρθρου 5α παρ. 1 του Κανονισμού Λειτουργίας της Αρχής, να παραπεμφθεί η υπόθεση στην Ολομέλεια, προκειμένου να αποφανθεί επί των ανωτέρω ζητημάτων που αφορούν το πλαίσιο νόμιμης λειτουργίας του κλάδου των ΕΕΟ.

googlenews

Ακολουθήστε το financialreport.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

close menu