Οικονομία

Alpha Bank: Ακαμψία στο ποσοστό ανεργίας από τον Οκτώβριο 2016

Η ακαμψία του ποσοστού ανεργίας γύρω από το 23,5% που παρατηρείται το τετράμηνο Οκτωβρίου 2016 – Ιανουαρίου 2017 σε συνδυασμό με την αναζωπύρωση του πληθωρισμού το πρώτο τρίμηνο του έτους (1,7% το Μάρτιο του 2017) αντανακλά, μεταξύ άλλων, τις επιπτώσεις των αυξημένων φορολογικών συντελεστών στην κατανάλωση, την αλλαγή στη κλίμακα του φόρου εισοδήματος και του ύψους των ασφαλιστικών εισφορών.
Συγκεκριμένα:
Οι πρόσφατες ανακοινώσεις τις ΕΛΣΤΑΤ αφορούσαν τέσσερις βασικούς δείκτες της τρέχουσας οικονομικής συγκυρίας.
Παρά την ανακοπή της πτωτικής πορείας του ποσοστού ανεργίας, ο πληθωρισμός και ιδιαίτερα η βιομηχανική παραγωγή και οι πωλήσεις επιβατηγών αυτοκινήτων ακολουθούν ισχυρή ανοδική πορεία. Συγκεκριμένα, η βιομηχανική παραγωγή αυξήθηκε με ετήσιο ρυθμό 10,8% το Φεβρουάριο του 2017, έναντι πτώσεως κατά 2,9% το Φεβρουάριο του 2016, λόγω της θετικής συμβολής που είχε η παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος κατά 5,9 εκατοστιαίες μονάδες (ως αποτέλεσμα της αυξημένης ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας που καλύφθηκε με την υψηλότερη παραγωγή λιγνίτη) και της μεταποιητικής παραγωγής κατά 4,5 εκατοστιαίες μονάδες. Παράλληλα, οι πωλήσεις επιβατηγών αυτοκινήτων αυξήθηκαν με ρυθμό 37,3% στο πρώτο τρίμηνο του έτους, έναντι αύξησης 0,1% στο ιδιο τρίμηνο του 2016.
Η ακαμψία του ποσοστού ανεργίας γύρω από το 23,5% που παρατηρείται το τετράμηνο Οκτωβρίου 2016 – Ιανουαρίου 2017 σε συνδυασμό με την αναζωπύρωση του πληθωρισμού το πρώτο τρίμηνο του έτους (1,7% το Μάρτιο του 2017) αντανακλά, μεταξύ άλλων, τις επιπτώσεις των αυξημένων φορολογικών συντελεστών στην κατανάλωση, την αλλαγή στη κλίμακα του φόρου εισοδήματος και του ύψους των ασφαλιστικών εισφορών. Συγκεκριμένα:

Α. Η, έστω και μερική, μετακύλιση του πρόσθετου βάρους από το φόρο προστιθέμενης αξίας και των λοιπών φόρων στην κατανάλωση επί των τιμών των τελικών προϊόντων επιβάρυνε τον εθνικό δείκτη τιμών καταναλωτή. Ο δείκτης τιμών ενέργειας μάλιστα επηρεάστηκε όχι μόνον από την αύξηση του ειδικού φόρου κατανάλωσης αλλά και από τις αυξημένες διεθνείς τιμές του πετρελαίου μετά τη συμφωνία των πετρελαιοπαραγωγών χωρών για περιορισμό της παραγωγής. Παράλληλα, η διολίσθηση του ευρώ έναντι του δολαρίου ενίσχυσε τον εισαγόμενο πληθωρισμό ενώ η κακοκαιρία την Ευρώπη οδήγησε σε αυξήσεις στις τιμές των νωπών φρούτων και λαχανικών.

Β. Οι σημαντικές αυξήσεις στο ύψος των ασφαλιστικών εισφορών και του φόρου εισοδήματος αποτρέπουν τις επιχειρήσεις από την εφαρμογή παραγωγικών διαδικασιών εντάσεως εργασίας κατά την ανάπτυξη των εργασιών τους, δυσχεραίνοντας έτσι τη δημιουργία θέσεων πλήρους απασχόλησης. Παράλληλα, ενισχύουν τα κίνητρα για ανασφάλιστη εργασία και αύξηση των παραοικονομικών δραστηριοτήτων.

Όπως παρατηρούμε στο Γράφημα 1, η Ελλάδα σημείωσε την περασμένη χρονιά τη μεγαλύτερη αύξηση του λόγου του μη μισθολογικού κόστους της εργασίας προς το συνολικό κόστος εργασίας μεταξύ των επιλεγμένων χωρών του ΟΟΣΑ που παρουσιάζονται στο Γράφημα, τόσο στην περίπτωση του άγαμου εργαζομένου όσο και σε αυτήν του έγγαμου με δύο παιδιά. Αντίθετα, η Πορτογαλία, χώρα η οποία επίσης υιοθέτησε πολιτικές δημοσιονομικής προσαρμογής, κατόρθωσε το 2016 να έχει την μεγαλύτερη μείωση του λόγου αυτού, μετά την Αυστρία.
Ο λόγος αυτός συνιστά ένα μέτρο της διαφοράς ανάμεσα στο πόσο κοστίζει η εργασία στον εργοδότη και στο ποιά είναι η αμοιβή την οποία καρπώνεται εντέλει ο εργαζόμενος. Το μη μισθολογικό κόστος εργασίας ορίζεται ως το άθροισμα του προσωπικού φόρου εισοδήματος και των εισφορών τόσο του εργοδότη όσο και του εργαζόμενου. Η ανάλυση μάλιστα των συνιστωσών δυνάμεων του μη μισθολογικού κόστους εργασίας στην Ελλάδα που παρουσιάζεται στο Γράφημα 2 δείχνει ότι αυτό προέρχεται σε μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι στις άλλες χώρες από τις υψηλές ασφαλιστικές εισφορές σε σχέση με το φόρο εισοδήματος των φυσικών προσώπων.
Ειδικότερα, το 2016 παρατηρείται ότι στην Ελλάδα, ο φόρος εισοδήματος φυσικών προσώπων αποτελεί μόλις το 7,7% του κόστους εργασίας, ενώ αντίθετα οι ασφαλιστικές εισφορές των εργοδοτών είναι στο 12,6% του συνολικού κόστους, πολύ υψηλότερα από τις υπόλοιπες χώρες αλλά και τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ.

Εθνικός Γενικός και Δομικός Δείκτης Τιμών Καταναλωτή Μάρτιος 2017: O εθνικός δείκτης τιμών καταναλωτή σημείωσε αύξηση κατά 1,7% τον Μάρτιο 2017, από 1,3% τον Φεβρουάριο του 2017, έναντι μείωσης κατά 1,5% τον Μάρτιο του 2016. Όπως ήδη αναφέρθηκε, ο πληθωρισμός τους πρώτους μήνες του 2017 επηρεάζεται από τις αυξημένες, σε ετήσια βάση, τιμές της ενέργειας, την αύξηση της φορολογίας σε κατηγορίες προϊόντων αλλά και τις αυξήσεις στις τιμές των νωπών φρούτων και λαχανικών, λόγω της κακοκαιρίας που σημειώθηκε στην Ευρώπη. Την μεγαλύτερη θετική επίπτωση στον πληθωρισμό του Μαρτίου είχαν οι κατηγορίες «διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά», «στέγαση», και «μεταφορές», κατηγορίες που είχαν αρνητική συμβολή στον πληθωρισμό τον Μάρτιο του 2016 (Γράφημα 3).
Ειδικότερα επισημαίνεται η επίπτωση της αύξησης του ενεργειακού κόστους στον δείκτη τιμών του καταναλωτή κατά 2,2 εκατοστιαίες μονάδες τον Μάρτιο του 2017, και των νωπών φρούτων και λαχανικών κατά 0,29 εκατοστιαίες μονάδες.
Ο δομικός πληθωρισμός δηλαδή ο πληθωρισμός εξαιρουμένων των καυσίμων και των μη επεξεργασμένων φρούτων και λαχανικών επίσης ανήλθε τον Μάρτιο του 2017 σε θετικό έδαφος, στο +0,1%, από -0,7% τον Φεβρουάριο του 2017. Η εξέλιξη αυτή αποδίδεται στην σημαντική αύξηση που σημείωσε ο δείκτης τιμών υπηρεσιών στις υπηρεσίες, καθώς αυξήθηκε κατά 1,4% σε ετήσια βάση τον Μάρτιο του 2017, από 0,5% τον Φεβρουάριο του 2017.

Η Βιομηχανική Παραγωγή τον Φεβρουάριο 2017: Συνεχίστηκε και τον Φεβρουάριο η αύξηση της βιομηχανικής παραγωγής με ετήσιο ρυθμό 10,8%, έναντι πτώσης κατά 2,9%, σε ετήσια βάση, τον Φεβρουάριο του 2016. Τη μεγαλύτερη συμβολή στην αύξηση του γενικού είχε η παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος κατά 5,9 εκατοστιαίες μονάδες και η μεταποιητική παραγωγή κατά 4,5 εκατ. μον. Ο κλάδος ορυχεία λατομεία συνέβαλε θετικά μόλις κατά 0,4 εκατ. μον.
Η παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος έχει σημαντική στάθμιση στον γενικό δείκτη της τάξεως του 20,6% που δηλώνει τη μεγάλη επίδραση των μεταβολών του δείκτη παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος στον γενικό δείκτη της βιομηχανίας. Τον Φεβρουάριο, όπως συνέβη και τον Ιανουάριο, η ζήτηση για ηλεκτρική ενέργεια αυξήθηκε λόγω της κακοκαιρίας, ενώ σημαντικό μέρος της παραγωγής ενέργειας καλύφθηκε από παραγωγή με λιγνίτη γεγονός που αντικατοπτρίζεται στην επίσης αυξημένη εξορυκτική δραστηριότητα άνθρακα και λιγνίτη κατά 22,3%. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η χρήση του λιγνίτη για την παραγωγή ενέργειας τον Φεβρουάριο 2017, σύμφωνα με τον Ανεξάρτητο Διαχειριστή Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΑΔΜΗΕ), αυξήθηκε σε ετήσια βάση κατά 35% περίπου.
Ειδικότερα όσον αφορά στην μεταποιητική παραγωγή ο δείκτης αυξήθηκε, σε ετήσια βάση, τον Φεβρουάριο του 2017 με μεγαλύτερο ρυθμό έναντι του Φεβρουαρίου 2016 ήτοι 6,1%, από 1,1% (Γραφημα 5). Ο τομέας της μεταποίησης έχει την μεγαλύτερη στάθμιση στον υπολογισμό του γενικού δείκτη βιομηχανικής παραγωγής (σχεδόν 70%), ενώ από τους επιμέρους κλάδους της μεταποίησης την μεγαλύτερη στάθμιση στον δείκτη έχει ο κλάδος τροφίμων (14%).
Επιπλέον, από τους 24 κλάδους της μεταποίησης οι 16 σημείωσαν άνοδο, έναντι 11 κλάδων με ανοδική πορεία τον ίδιο μήνα του 2016. Όπως απεικονίζεται στο Γράφημα 6, τη μεγαλύτερη άνοδο τον Φεβρουάριο κατέγραψαν οι κλάδοι της παραγωγής βασικών μετάλλων (+28%), της κατασκευής μεταλλικών προϊόντων (+25%) του ηλεκτρολογικού εξοπλισμού (+16%), ηλεκτρονικών υπολογιστών (+14%), και των φαρμάκων (+15%). Αντίθετα, τον Φεβρουάριο του τρέχοντος σε ετήσια βάση σημείωσαν πτώση οι κλάδοι παραγωγής καπνού και ειδών ένδυσης.
Όσον αφορά στις επιχειρηματικές προσδοκίες στη βιομηχανία, σύμφωνα με τον ΙΟΒΕ ο σχετικός δείκτης ενισχύθηκε περαιτέρω τον Μάρτιο στις 93,7 μονάδες για τέταρτο συνεχή μήνα, από 91,8 τον περασμένο μήνα. Επιπλέον, το ισοζύγιο των θετικών προβλέψεων για την παραγωγή τους επόμενους μήνες ενισχύεται ενώ οι εκτιμήσεις για τα αποθέματα περιορίζονται καθώς το 21% των επιχειρήσεων αναφέρει υψηλά για την εποχή αποθέματα.
Συνολικά το δίμηνο Ιανουαρίου- Φεβρουαρίου 2017 ο γενικός δείκτης βιομηχανικής παραγωγής αυξήθηκε κατά 9%, σε ετήσια βάση, έναντι μικρής αύξησης κατά 0,4% το ίδιο διάστημα του 2016. Σε αυτήν την αύξηση συνέβαλλε σημαντικά η αύξηση της παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος κατά 30% και η αύξηση της μεταποιητικής βιομηχανίας κατά 3,7%. Αξίζει ωστόσο να σημειωθεί ότι ο κλάδος των τροφίμων που έχει την μεγαλύτερη βαρύτητα στον γενικό δείκτη από όλους τους κλάδους της μεταποίησης υποχώρησε κατά 1,3% το πρώτο δίμηνο του 2017, έναντι μικρής αύξησης κατά 1% το πρώτο δίμηνο του 2016.

Η Αγορά Εργασίας τον Ιανουάριο 2017: εμφανίζει σημάδια στασιμότητας, καθώς το ποσοστό Η Αγορά Εργασίας τον Ιανουάριο 2017: εμφανίζει σημάδια στασιμότητας, καθώς το ποσοστό ανεργίας παρέμεινε σταθερό στο 23,5% τον Ιανουάριο του 2017 (εποχικά διορθωμένα στοιχεία), όπως και τον Δεκέμβριο του 2016. Όπως φαίνεται στο Γράφημα 7, ο αριθμός των απασχολουμένων αυξήθηκε κατά 0,2% σε ετήσια βάση, αλλά με επιβραδυνόμενο ρυθμό έναντι αύξησης 2,7% τον Ιανουάριο του 2016. Επιπλέον, ο αριθμός των ανέργων μειώθηκε (-4,1% σε ετήσια βάση) λιγότερο έναντι του Ιανουαρίου του 2016 (-5,3%). Σημειώνεται ότι παρά την συνεχή αύξηση της απασχόλησης σε ετήσια βάση κάθε μήνα από τον Μάιο του 2014 (με εξαίρεση τον Δεκέμβριο του 2016), ο αριθμός των απασχολουμένων διαμορφώνεται στις 3.639 χιλ. και απέχει σημαντικά από τον αριθμό των απασχολουμένων στην έναρξη της κρίσης (Ιανουάριος 2009: 4.565 χιλ.).
Η διακοπή της πτωτικής πορείας του ποσοστού ανεργίας υποδηλώνει την επιδείνωση της οικονομικής δραστηριότητας στο πρώτο τρίμηνο του 2017, που προήλθε από την εντεινόμενη αβεβαιότητα ως προς την ολοκλήρωση της αξιολόγησης. Η κατάσταση αυτή επηρεάζει περισσότερο τα νοικοκυριά καθώς εμφανίζονται ιδιαίτερα απαισιόδοξα λόγω της αβεβαιότητας ως προς την οριστικοποίηση των νέων μέτρων δημοσιονομικού χαρακτήρα που θα πλήξουν περαιτέρω το εισόδημά τους. Ειδικότερα, ως προς τις προβλέψεις τους για την πορεία της ανεργίας τους επόμενους 12 μήνες, το 78% των νοικοκυριών τον Μάρτιο του 2017 θεωρούσε ότι το ποσοστό ανεργίας θα ανέλθει περαιτέρω.
Ως προς την ανάλυση του ποσοστού ανεργίας κατά φύλο και ηλικιακή ομάδα παρατηρούνται τα εξής: (ι) Το ποσοστό ανεργίας τον Ιανουάριο του 2017 εξακολουθεί να είναι πολύ υψηλότερο στις γυναίκες (27,9%) σε σχέση με τους άντρες (19,9%), (ιι) τον Ιανουάριο του 2017 το ποσοστό ανεργίας μειώθηκε σε όλες τις ηλικιακές ομάδες σε σχέση με τον Ιανουάριο του 2016, με εξαίρεση το ηλικιακό κλιμάκιο 55-64. Επιπλέον, στις ηλικιακές ομάδες 15-24 και 25-34, το ποσοστό ανεργίας παραμένει αρκετά υψηλότερο έναντι του μέσου όρου, όπως φαίνεται στον Πίνακα 1.

Οι Πωλήσεις νέων Επιβατικών Αυτοκινήτων: Τον Μάρτιο 2017 οι νέες άδειες ΙΧ επιβατικών αυτοκινήτων που χορηγήθηκαν αυξήθηκαν σημαντικά για τρίτο συνεχή μήνα με αποτέλεσμα το πρώτο τρίμηνο του έτους 2017 να παρουσιάσουν αύξηση κατά 37,3%, έναντι οριακής αύξησης κατά 0,1% το ίδιο διάστημα του 2016.
Από την ανάλυση των στοιχείων προκύπτει ότι, σε αντίθεση με ότι συνέβαινε το 2016, το 2017 η αγορά των καινούργιων αυτοκινήτων ανέκαμψε κατά 37,8% και παρουσίασε αύξηση μεγαλύτερη από αυτή των μεταχειρισμένων (αύξηση κατά 36,4%). Συνολικά το πρώτο τρίμηνο 2017 χορηγήθηκαν νέες άδειες σε 31,6 χιλιάδες αυτοκίνητα εκ των οποίων 21,1 χιλ. για καινούργια και 10,5 χιλ. για μεταχειρισμένα.
Επίσης, σύμφωνα με το ΙΟΒΕ οι προβλέψεις των επιχειρηματιών του κλάδου παραμένουν αμετάβλητες στις 97,1 μονάδες τον Μάρτιο, όπως και τον Φεβρουάριο. Επιπλέον, το ισοζύγιο των θετικών εκτιμήσεων για τις πωλήσεις της επομένης περιόδου ενισχύθηκε στις +9 μονάδες τον Μάρτιο, από +2 τον προηγούμενο μήνα.
Σχετικά με τις πωλήσεις καινούριων επιβατηγών αυτοκινήτων ανά εμπορικό σήμα, το πρώτο τρίμηνο 2017, το μεγαλύτερο μερίδιο κατέχει η Toyota (11,9%) και ακολουθεί η Nissan (9,8%). Από τις ευρωπαϊκές εταιρείες τα μεγαλύτερα μερίδια στις πωλήσεις κατέχουν οι Volkswagen (8,7%), Opel (7,8%), και Peugeot (7%).

Τα διαγράμματα:

 

 

 

 

 

googlenews

Ακολουθήστε το financialreport.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Οικονομία

close menu